Thursday, September 9, 2021

Ερωτική φιέστα μεταξύ Α και Α γωνία.

Πέμπτη, 9 Σεπτεμβρίου, έτος «Φούξια Αγριοβατομουριάς».


Μήνας κρασολατρείας και γευσιγνωσίας.



Μεσημέρι, ώρα 14:30 έξω από το εικοσιπενταόροφο, γωνιακό, γυάλινο κτίριο. Είναι γεγονός πως σχεδόν πάντα όταν κοντοστέκομαι ή διαβαίνω έξω από κτίρια σαν κι αυτό, αναρωτιέμαι σε ποια εταιρία μπορεί να ανήκουν, ποιος εμπνεύστηκε την αρχιτεκτονική τους, για ποιον χτίστηκαν, ποιοι στεγάζονται,  εργάζονται ή ίσως διαμένουν μέσα. Παράλληλα αναρωτιέμαι πως στα κομμάτια διατηρούνται σε τόσο άριστη κατάσταση τα θεόρατα λουλούδια-δέντρα στο εσωτερικό της εισόδου τους, ενώ εγώ συχνά παλεύω να σώσω τα δικά μου από ανυδρία ή από υπερβολική υγρασία. Όχι σπάνια, επεξεργάζομαι με βλέμμα επίμονο σχεδόν αγενές τον concierge πίσω από το υπερβολικού design θυρωρείο του ή πλάι στην πόρτα, άλλοτε με ύφος επιστημονικού αναλυτή, κάποιος φορές με δημοσιογραφικό ταπεραμέντο ρεπόρτερ και τις περισσότερες περήφανος για το αστυνομικό του δαιμόνιο. Με προσεγγίζει 2-3 φορές με μία διάθεση εξυπηρέτησης εκ πρώτης όψεως, περιέργειας στη συνέχεια και τελικά φαίνεται πως ενοχλώ να στέκομαι χωρίς ωστόσο να καθίσταται σαφές ποιες είναι οι προθέσεις μου.


Το κτίριο σύγχρονο, με έντονες φουτουριστικές γραμμές, ύφος, μηχανική. Καθώς οι οδοί επί των οποίων βρισκόταν ήταν αρκετά αστικές, ασφυκτικές κάποιες φορές, εγκαταλελειμμένες άλλες άλλα και η ευρύτερη περιοχή σε ακτίνα 2 χιλιομέτρων αποτελούσε κουκκίδα παγκόσμιων φυλετικών εναλλαγών, το κτίριο έμοιαζε να ξεφύτρωσε σε κάποια πλατεία στην Αβάνα, από Νεοϋορκέζο αρχιτέκτονα που πούλησε τα “ιδεώδη” του, την χλιδή και τα κοσμοπολίτικα parties και αποφάσισε να εγκατασταθεί μόνιμα στην Κούβα. Εκεί βρίσκεται τυχαία αρχικά, με σκοπό να ζήσει για λίγο ως τουρίστας διαρκείας την μποέμ ζωή του Νότου, στο τέλος όμως παραμένει όταν καταφέρνει να του κλέψει την καρδιά μία Λατίνα χορεύτρια την ώρα που έδινε με τον παρτενέρ της ρεσιτάλ Salsa Cubana. Εκείνη μέσα σε ένα πλεκτό εξώπλατο, αρκετά κοντό, loose, κόκκινο με χρυσοκλωστή φόρεμα λικνίζεται πάνω σε ένα ζευγάρι λάτιν χρυσά πέδιλα με μπαρέτα και βήματα που μοιάζουν ελάχιστα μπροστά στην ατελείωτη λαγνεία του κορμιού της. Σε μία κίνηση του κεφαλιού της πίσω και ενώ η πλούσια καστανή, στιλπνή κόμη της φτάνει κάτω από την πίσω πλευρά του φορέματός της, τα βλέμματα τους συναντιούνται. Εκεί είναι που ο ξανθός, ψηλός, λυγερόκορμος αρχιτέκτονας και η αποτύπωση της έννοιας του ερωτισμού σε χείλια, μάτια, μαλλιά, κορμί ερωτεύονται κεραυνοβόλα. 


Οι μέρες περνούν μεθυσμένα από φιλιά και έρωτα στα γεμάτα φιέστες στενά της Αβάνας και ο καιρός τους βρίσκει σε μία βίλα, άκρη στο κύμα με κρασί, φράουλες, αρωματικά πρωινά και σαγηνευτικά βράδια. Ο αρχιτέκτονας βρίσκει στα χάδια της χορεύτριας το σκοπό της ζωής του, εκείνη έναν πλούσιο εραστή και μαζί μια ζωηρή οικογένεια με δύο κόρες και ένα αγόρι. Λίγο πριν είναι που ο αρχιτέκτονας της αφιερώνει ένα μοντέρνο αρχιτεκτονικό γλυπτό και χαρίζει με το όνομά της, ATAECINA, έναν μοναδικό, δυτικού τύπου ουρανοξύστη στην πόλη, πλάι στο διάσημο, εμπορικό λιμάνι της Αβάνας. Τα χρόνια περνούν ανέμελα, γεμάτα γέλια και μακρόστενα τραπέζια, η ομορφιά ωριμάζει και γίνεται γοητεία και εγώ…………..ίσα που συνέρχομαι από τη φαντασίωσή μου και βλέπω τον δικό μου φτερωτό άγγελο να ξεπροβάλει από την υπέρδιπλη, τζαμένια πόρτα του κτιρίου, να με αρπάζει με ένα ζεστό φιλί και ζαλισμένοι από πάθος και από τη ζέστη του καυτού Αθηναϊκού ήλιου, παρόμοιο με εκείνον που στέκει κάθε μέρα ψηλά στον κουβανέζικο ουρανό,  να ξεμακραίνουμε με γοργό βήμα από τη γειτονιά. Δεν πρέπει να περίμενα πάνω από ένα τέταρτο αλλά κατάφερα μέσα σε δεκαπέντε λεπτά να κάνω ένα υπερατλαντικό ταξίδι και να επιστρέφω ποιο αισιόδοξη στον δικό μου παράδεισο.



AUTUMN 2021


Wednesday, September 8, 2021

Βροχή στο παρμπρίζ

Tετάρτη, 8 Σεπτεμβρίου, έτος «Φούξια Αγριοβατομουριάς». 


Μήνας κρασολατρείας και γευσιγνωσίας.


Κατεβαίνω γρήγορα τα σκαλιά της εκκλησίας και περνάω τον πρωινό άδειο δρόμο. Λίγο πριν πατήσω το πόδι μου στο πεζοδρόμιο ακούω τον αέρα να με πλησιάζει, να περνά κάτω από τα πόδια μου και να στροβιλίζεται στα μαλλιά μου. Φύλλα, άμμος, αλμύρα χορευτικά ταξιδεύουν και με ορμή δέρνουν το δέρμα και τα βλέφαρά μου. Νιώθω κάπως ευάλωτη και σπεύδω να κατευθυνθώ προς το αμάξι μου. Ψαχνω με μανία και γνώριμο γυναικείο πανικό να βρω τα κλειδιά στο εσωτερικό της γνωστής γυναικείας τσάντας που ποτέ δε συνεργάζεται. Τόσο μικρή και καταφέρνει να έχει τόσες θήκες και διάφορα σχετικά και άσχετα μικροπράγματα. Επιτέλους τα βρίσκω, ξεκλειδώνω, μπαίνω μέσα και χαλαρώνω, αφού έχω στρώσει σωστά τη φούστα μου προτού καθίσω. Πλισέ, μπορντό, ψιλόμεση με 6 υφασμάτινα ίδια κουμπάκια στο πίσω μέρος της και ένα μαύρο σιφόν πουκάμισο, με στενό μακρύ μανίκι και φαρδιά μανσέτα με μαύρη πέρλα για κουμπί, ψιλό λαιμό με στενό φαρμπαλά σιφόν και δαντέλα και ένα σατέν κορδελάκι να δένει σε φιόγκο μπροστά. Σε χιαστή περνάει το αλυσιδάκι της σουέτ καπιτονέ μαύρης τσάντας που μόλις έβγαλα και ακούμπησα στο κάθισμα του συνοδηγού, χρυσό με πλεγμένη ανά κρίκο, σουέτ λωρίδα δέρματος.


Σε δευτερόλεπτα ξεκινάει μία βροχή δίχως τέλος. Ζωηρή, αρκετά γκρι, ρυθμική και γκλιντεράτη βροχή μετατρέπει σε καταρράκτες τα τζάμια του αυτοκινήτου μου και προφανώς δεν το κουνάω, δεν πάω πουθενά. Πόσο μοναδικά απελευθερωμένη από κάθε ζητούμενο όταν βρεθούμε εγώ κι εκείνη μαζί συντροφιά, εκείνη πλήρως εκτεθειμένη κι εγώ απαλλαγμένη από κάθε έκθεση, δαφανής και συνάμα αόρατη. Μέσα στον κόσμο αλλά γύρω κανείς. Θα περιμένω να κοπάσει σκέφτομαι. Ίσως αργήσει να σταματήσει και έχω μια ευκαιρία για ένα παραγωγικό υπνάκο. Βάζω ραδιόφωνο και μία γλυκιά μελωδία ρούμπας μπερδεύεται με τον ήχο της νεροποντής. Έτσι κάπως αποκοιμιέμαι και αφήνω μονάχα μία αίσθηση άγρυπνη, την ακοή. 


Όση ώρα βρίσκομαι υπνωτισμένη, τα πόδια έχουν παγώσει πάνω σε γκάζι και συμπλέκτη. Τα συνωστισμένα λουριά του δερμάτινου κρασάτου ψηλοτάκουνου πέδιλου σχηματίσαν βαθιές γραμμές στο δέρμα που σιγά σιγά γίνονται όλο και πιο ενοχλητικές και με τραβάν έξω από την αγκαλιά του Μορφέα. Ένα εσωτερικό βογκητό που δυναμώνει σε ένα απότομο ξεφύσημα, γεμίζει με ελαφρά δυσαρέσκεια το χώρο του αυτοκινήτου και με μιας χιλιάδες μπερδεμένα, δυσάρεστα συναισθήματα και σκέψεις με κατακλύζουν. Πολλά γιατί και πως , σορός από αναπάντητα ερωτηματικά και ασαφείς σύντομες απαντήσεις μου παιδεύουν το μυαλό και έτσι καταλαβαίνω πως η βροχή έχει σταματήσει πια και ένα ζωηρός ήλιος κάθισε βαρύς πάνω στα βλέφαρα μου. Ανοίγω με βία το πορτάκι από το ντουλάπι του αυτοκινήτου και με μηχανικές κινήσεις αρπάζω τα μεγάλα μαύρα γυαλιά μου. Τα φορώ και καταφέρνω να κρατήσω ορθάνοιχτα τα μάτια μου, να δω κατάματα την πραγματικότητα. Δεν είναι άσχημη απλά άχαρη γιατί δε σε ρώτα. Φέρεται αδιάκριτα και αποφασίζει ερήμην σου και ας λεν πως εσύ την ορίζεις. Δεν την ορίζεις απλώς την προσδιορίζεις και της προσθέτεις κάποια από τα χαρακτηριστικά σου. Της βάζεις ζωηρό χρώμα και αποκτά τσαχπινιά, της βάζεις ψηλοτάκουνα και της δίνες αέρα , την βγάζεις από τη γειτονιά σου και την κάνεις κοσμοπολίτικη. Την αφήνεις παρκαρισμένη στην άκρη του δρόμου και εμποδίζει. Γυρνώ το κλειδί, αφήνω συμπλέκτη κι ενώ γκαζώνω, στη τροφή δεξιά δεν τραβάω για το σπίτι αλλά ευθεία μέχρι να βρω κάτι γοητευτικό να μου φτιάξει την υπόλοιπη μέρα.



AUTUMN 2021



Tuesday, September 7, 2021

Στο νησί

Tρίτη, 7 Σεπτεμβρίου, έτος «Φούξια Αγριοβατομουριάς»


Μήνας κρασολατρείας και γευσιγνωσίας.






Στο νησί τα πράγματα είναι αλλιώς. Σίγουρα είναι αλλιώς, ειδικά σε αυτό το νησί. Στο νησί της καρδιάς μου. Κοσμοπολίτικο με ένα τρόπο, αφού ανθρώποι από όλο τον κόσμο περάσαν έστω και μία φορά από εδώ αλλά και με μία ταυτόχρονη μοναχική υπεροψία σαν εκείνη του ατόμου που κατάφερε να κάνει φίλη την μοναξιά του, λες και είναι τόσο κοσμοπολίτης μέσα του που φαντάζεται πως γνωρίζει τόσους και έχει ταξιδέψει παντού με την δύναμη της φαντασίας του. Έτσι μόνη βρίσκομαι κι εγώ τώρα σε αυτό το νησί, για να αναμετρηθώ με ότι επιλέγω να έχω μέσα μου για συντροφιά. Τα όνειρά μου, τις σκέψεις μου, τα συμπεράσματά μου, τα αρώματα, τις γεύσεις και τα γούστα μου. 



Ακροβατώ ανάμεσα στην απόφαση για μία μεσημεριάτικη βουτιά στην προβλήτα ή έναν μακρύ περίπατο κατά μήκος της μαρίνας και έπειτα finger food και κοκτέιλ στο μαγαζί πάνω από τον βράχο. Η αλήθεια είναι πως είμαι “κατάλληλα γδυμένη” και για τα δύο. Λευκές, τριών πόντων εσπαντρίγιες για σαγιονάρες, από πλεγμένο σχοινί και δυο φουντίτσες πάνω, λευκό, παρτό με ξέφτια, τζιν σορτσάκι και λευκό από λινό και μετάξι κροπ τοπ, ελαφρώς ξεχειλωμένο στη λαιμόκοψη να διακρίνεται από μέσα ένα ολοκόκκινο, ιριδίζων τριγωνάκι μπικίνι. Τα μαλλιά, όσα από το αέρα μείναν δεμένα ψηλά σε ένα μικρό κοτσάκι και τα υπόλοιπα αλμυρισμένα και παντού ανάκατα. Κουβαλώ ένα backpack από λευκό καραβόπανο και στο χέρι μια κόκκινη γυαλιστερή βαλίτσα καμπίνας, τρόλεϊ. 



Κατεβαίνω από το καταμαράν και η κυρία από το ενοικιαζόμενο apartment προσφέρεται να με εξυπηρετήσει, πηγαίνοντας μου τη βαλίτσα στο δωμάτιο και αφήνοντας μου την ελευθερία να τριγυρίσω για λίγο. Μου εξηγεί, μου δίνει τα κλειδιά αυλής και δωματίου και απομακρύνεται. Κοντοστέκομαι……Κοιτώ δεξιά, αριστερά έπειτα πίσω και νοσταλγώ για δευτερόλεπτα την εποχή που με αγάπαγες, που δεν μου άφηνες το χέρι ποτέ, που έβλεπα ακριβά παλάτια στα μάτια σου κι εσύ αγγέλους στα βλέφαρα μου. Ήταν το νησί άραγε ή απλά εμείς; Το νησί πάντα μας έφερνε κοντά αλλά εμείς κρατήσαμε για αρκετό καιρό το νησί μακριά μας.Θα ξεκινήσω από πίσω, σκέφτηκα. Όχι, όχι να ξετυλίγω το κουβάρι. Όχι αυτό δεν είχε ποτέ κανένα, μα απολύτως κανένα νόημα. Τα κουβάρια θέλουν χρόνο και πείσμα να ξετυλιχτούν. Η αγάπη όμως θέλει ανεπιτήδευτες ταχυδακτυλουργικές κινήσεις ψυχής. Θέλει κέφι, ζωηράδα και πνευματικό ταπεραμέντο. 



Θα ξεκινήσω λοιπόν από πίσω, από την μικρή πλευρά του νησιού, να το πιάσω από την αρχή, να το ξαναγνωρίσω, να ανακαλύψω κάθε νέο που έφερε ο χρόνος. Το περπατάω από τη μεριά με τα μικρά αρχοντικά και από κάτω ισόγεια κοσμηματοπωλεία τους, με τα χρυσά και τις πέρλες και γεμίζω τις τσέπες μου λάμψη. Συνεχίζω πλάι, οριακά στο νερό, εμπαίζοντας τα πατήματά μου και οσμίζομαι τα φύκια, τα ψάρια και τα όστρακα. Ακούω τα λουστραρισμένα ξύλινα σκαφάκια με τις κόκκινες - μπλε ναυτικές σημαίες τους να τρίζουν από γυαλάδα στο νερό. Σήμανε τέλος καλοκαιριού. Αλλά η ζωή έχει ακόμη πολλά καλοκαίρια. Φτάνω στην προβλήτα μισοϊδρωμένη και πιο σίγουρη για πολλά. Πετάω γρήγορα τα ρούχα και το κόκκινο μπικίνι κάνει την αυτοπεποίθησή μου να καλπάζει. Μια βουτιά από ψηλά, κάθετα ως το βυθό και απότομη ανάδυση στην επιφάνεια. Όλα πιο καθαρά και καθώς βλέπω όλο το νησί μέσα από τη θάλασσα κάτι μου λέει πως την επόμενη φορά θα είμαστε πίσω πάλι μαζί, στα στενά, στο νερό, στα μπαλκόνια, σε πρύμες. Φτάνω αργά στην αυλή με το κοκτέιλ στο χέρι και με βρίσκει ακριβώς εκεί το ξημέρωμα.





AUTUMN 2021 

Monday, September 6, 2021

“Monday, Monday…..”,

 
 Δευτέρα, 6 Σεπτεμβρίου, έτος «Φούξια Αγριοβατομουριάς».


Μήνας κρασολατρείας και γευσιγνωσίας.


“Monday, Monday…..”, παίζει το ραδιόφωνο και το ξημέρωμα με βρίσκει με μια λευκή με ιβουάρ δαντέλα καλοκαιρινή κουβέρτα τυλιγμένη σφιχτά γύρω μου. Με ξύπνησε μια δυνατή βροχή που με έκανε μούσκεμα ως το κόκαλο. Όνειρο πρωινό, λαχτάρα από βραδύς. Το ξύπνημα με βρίσκει να κρυώνω και να αναρωτιέμαι, ποιο σύννεφο κατάφερε να με βγάλει 10 ολόκληρα λεπτά εκτός πραγματικότητας. Το χθεσινό ποτήρι κρασί με κράτησε κάπως ζεστή, αν και ξεσκέπαστη έως το πρωί, μια και αποκοιμήθηκα μέσα στο σμαραγδί ζακάρ lingerie φόρεμά μου, ακουμπώντας ανεπαίσθητα κάποια στιγμή το ποτήρι με το ροζέ κρασί στο πάτωμα, κερασί παρκέ. Το φόρεμα vintage, της αγαπημένης αδερφής της πολυαγαπημένης μου γιαγιάς. Χυτό, στέρεο, μπλαζέ αλλά και με μια φρόνιμη επιείκεια στην υπερβολή καθώς η φθορά στο χρόνο είχε αρχίσει να δείχνει τα σημάδια της πάνω του. Υπνωτισμένη αντικαθιστώ το μπαγιάτικο στη γλώσσα μου χθεσινό κρασί που έχω την αίσθηση πως πήρε μια όψη θολή μες στο ποτήρι, με φρεσκοφιλτραρισμένο αρωματικό καραμελένιο καφέ και περνάω στο λουσμένο με αποφασιστικό ήλιο μικρό μπαλκόνι μου.



Στην πόρτα μπροστά με περιμένουν ένα ζευγάρι μπλε τιρκουάζ σατέν, μπαλαρινέ στη μύτη mules, τα φορώ και σέρνω τα βήματά μου ως τη γούνινη  μπεζ πολυθρόνα που εγώ έντυσα αναλόγως για να δίνει στο χώρο μια αίσθηση εσωτερικότητας, ζεστασιάς και σπιτίσιας αγκαλιάς . Πέφτω με φόρα μέσα της και ακουμπώ το πιγούνι στα κάγκελα. Θα βρέξει ποτέ, άραγε; Πάνε 3 μήνες χωρίς βροχή, 3 μήνες χωρίς να συγκεντρωθούν σε χιλιάδες σταγόνες τα αρώματα της πλάσης, 3 μήνες χωρίς να κυλήσει στο δέρμα μας το νερό του Θεού. Μια παγωμένη αύρα κοντράρει τις καυτές ηλιαχτίδες και δίνει προοπτική σε πιθανή βροχή προσεχώς. 



Προσεχώς, θα πιούμε το θολό κρασί που θα μας κάνει πιο τολμηρούς στη σκόνη που περιφέρεται αιώνες ανάμεσα μας και κάθεται παντού πάνω μας συνδέοντας το χθες με το σήμερα και υπενθυμίζοντάς μας πως είμαστε τρωτοί στον αέρα. Προσεχώς θα τυλιγόμαστε τα βράδια για να νιώσουμε την αναπνοή μας, την αναπνοή του, την αναπνοή της που πιο όμορφα από το καθετί σαλεύει στα βλέφαρα μας και πότε μας κρατά ξάγρυπνους από ευτυχία και πότε μας στέλνει ύπνο γλυκό. Προσεχώς θα βρέξει φθινοπωρινά διαμάντια που θα προετοιμάσουν την άνοιξη για να μπορεί να φέρει λαμπερά καλοκαίρια. Προσεχώς το φόρεμα θα ψάξει ένα ζεστό παλτό, να αγκαλιαστούν και να ταιριάξουν ξανά τις χειμωνιάτικες νύχτες, που θα γευτούν παρέα το πρώτο κρασί του φθινοπώρου.



AUTUMN 2021 

Friday, June 5, 2020

Μετακορωνοβάιρους εκπαίδευση

Ο πλανήτης έχει ένα απροσδόκητα δυσάρεστο και ενοχλητικό επισκέπτη, μια επιδημία, που όσο αφιλόξενη και αν της δείχνουμε ότι είναι, απτόητη σουλατσάρει στους διαδρόμους τους μυαλού μας , δυναστεύει τα σώματα μας και λεηλατεί τους κοινωνικοοικονομικους θεσμούς μας. Μόλις μάζεψε πόντους πολλών διαμονών και αναβαθμίστηκε σε πανδημία. Η επιχείρηση «Πλανήτης» βάζει λουκέτο και παλεύει να βρει πως θα ξανανοίξει χωρις μεγάλο κόστος. Δειλά δειλά βρίσκει τρόπο να περιορίσει την επίδραση της πανδημίας, καταφέρνει να την απομονώσει σε δωμάτιο με τιμωρητική διακόσμηση και θέα την επιστημονική έρευνα. 


Ο κόσμος ξαναρχίζει να νιώθει κάπως πιο φιλόξενος στον πλανήτη του, τολμάει να ξανά-δραστηριοποιηθεί οικονομικά ώστε να μπορέσει και πάλι να εξασφαλίσει το κατάλυμά του, να γευτεί επιλογές, να συνεχίσει να είναι συλλέκτης εμπειριών. Επιτέλους προσφέρει και του προσφέρονται πάλι υπηρεσίες, φαινομενικά δυο, τριών αστέρων στην πραγματικότητα ίσως για πρώτη φορά τεσσάρων, πέντε ή και έξι αστέρων. Οι τρέχουσες υπηρεσίες δεν μπορούν να αντισταθμίσουν σε ποσότητα, συχνότητα και εγγύτητα εκείνες τις προ Κορωναϊού εποχής, ωστόσο μπορούν να ισορροπήσουν σε ποιότητα, ουσία και αξιοπιστία. Σύντομα θα κοστίζουν πιο ακριβά αλλά σίγουρα αν και λιγότερο σύντομα θα αξιολογούνται συχνότερα, θα βελτιώνονται ακόμη περισσότερο και θα επιλέγονται μαζικά. Το κόστος τους θα είναι πιο αντιπροσωπευτικό άρα μεσομακροπρόθεσμα, πρακτικά μπορεί να μοιάσει ανεκτό και όχι απαγορευτικό. Η ανισότητα στην ποσότητα δύσκολα θα εξαλειφθεί όμως η ισότητα στην ποιότητα σύντομα θα εδραιωθεί. 


Εξ ονόματος της, η επιχείρηση θα επιβιώσει με πιο ανθρωποκεντρικούς πελατειακούς όρους και θα της αποδοθεί μεγαλύτερη εμπιστοσύνη και διάρκεια. Έτσι τα ζωτικά της όργανα, η κάθε μικρότερη επιχείρηση που την τροφοδοτεί με ζωή, θα νιώσουν στο προσεχές μέλλον, πιο προστατευμένα σε ένα σώμα ταϊσμένο με υπερτροφές και όχι φαστ φουντ θεσμικά πλαίσια λειτουργίας συντήρησης ή και ανάπτυξης. Η εκπαίδευση μένει μόνο τώρα να είναι εκείνη που θα συμβάλει στο να δώσει ο εγκέφαλος τις σωστές εντολές στα ζωτικά όργανα να απορροφούν σωστά τις υπερτροφές και να τιςμεταβολιζουν σε έργο. Έχω οραματιστεί μια τέτοια εκπαίδευση.... Πάμε προσεχώς να την γνωρίσουμε καλύτερα.

ΠΣ

Friday, February 26, 2016

Wasting self-estimation


- Sometimes , some people , when they feel that they are wrong , defend aggressively .... to themselves, wasting their image in the wrong impressions.
                                                                                                                                           P.S




- Κάποιες φορές, κάποιοι, οταν νιώθουν πως έχουν άδικο, αμύνονται επιθετικά....προς τον εαυτό τους, σπαταλώντας την εικόνα τους σε λάθος εντυπώσεις.
                                                                                                                                                  P.S 

                                                                                                                                             

Friday, May 22, 2015

Tasteful way of Belief


Σε μια από τις συχνές υπαρξιακές μου προσπάθειες, να στοιχειοθετησω την περί θανάτου κοσμοθεωρία μου, καταλήγω πως κυρία αιτία της αντίστασης μου στο προφανές «τέλος», είναι η εγκόσμια λατρεία μου για καθετί καλόγουστο.

Η ομορφιά, ως τέχνη του ανθρώπινου, αποτελεί κατα εμένα λόγο δημιουργίας και συνέχειας. Είμαι λοιπόν ισχυρή υποστηρικτρια της άποψης πως δραστηριοποιούμαστε ατομικά και συνυπάρχουμε αρμονικά μεταξύ μας, σε περιβάλλοντα καλαίσθητα τα οποια λαίμαργα ερεθίζουν τα οπτικά μας νεύρα.

Παράγουμε για την ομορφιά της χρηστικοτητας, ξοδεύουμε για την ομορφιά της ικανοποίησης των αισθήσεών μας, συνάπτουμε σχέσεις για την ομορφιά της αλληλεπίδρασης, αγαπάμε για την ομορφιά της προσφοράς, ερωτευόμαστε για την ομορφιά της ανακάλυψης της ψυχής, του πνεύματος και του σώματος, καλλιτεχνουμε για την ομορφιά της έκφρασης, ταξιδεύουμε για την ομορφιά της εμπειρίας, ζούμε γιατι η ομορφιά της ζωής μας κλείνει το μάτι.

Απεικονίζουμε την κόλαση με ασχήμια και προσδιορίζουμε τον παράδεισο ως κάτι εξωπραγματικά όμορφο, εφάμιλλο της τελειότητας. Λέμε άλλοτε πως η ομορφιά του σύμπαντος μας εξηγείται μέσα από απο άρτιες μαθηματικες πράξεις και άλλοτε πως οι Θεοί ως τέλειοι συντάκτες του κόσμου μόνο αριστουργήματα θα μπορούσαν να συντάξουν.

Υπάρχουν στιγμές που παρότι η πίστη μου αφορά σε ενα Θεό συμπονετικό, ανοιχτόκαρδο, ταπεινό και προπάντων αυτάρκη, νιώθω πως αυτός ο Θεός είναι δικαιολογημένα υλιστης. Ο δικός μου βιωματικός και εκπαιδευτικά προσδιορισμένος Θεός είναι άκρως χειροπιαστός! Το οικοδόμημα του έχει σάρκα και οστά. Έφτιαξε κόσμους πλασμένους απο ύλη και όρια. Τους στόλισε μάλιστα με όμορφα χρώματα και φρόντισε να προστατεύσει την ύλη του με συμπαγή «ενδύματα», ανθεκτικά στο χρόνο και την απειλή και με αρχικό και μοναδικό στόχο να ζήσουν επ´ αόριστον σε έναν επίγειο παραδεισο χωρίς τέλος, χωρίς θάνατο. Και όταν το προπατορικό αμάρτημα μας οδήγησε στο θάνατο, κατα τη θρησκεία μου αυτό αποτέλεσε την αυτόχειρα τιμωρία που μας οδηγεί σε φθορά.

Καταλαβαίνω λοιπόν πως ο δικός μου Θεός αμαρτία θεωρεί το τέλος της ύλης, θανατο τη φυγή απο τον παράδεισο, απομόνωση την απόδραση απο την απόλυτη ομορφιά. Ο υλιστης Θεός μου είναι ταγμένος στο καλόγουστο και οι πιστοί του πολλοί και αποδεικνύουν συχνά πως δε σκοπεύουν να αλλαξοπιστήσουν! Συντηρούν με μανία το έργο του και κατατροπώνουν τους άπιστους, στρατευμένους στην κακογουστιά, είτε αυτό σημαίνει καταστροφή της φύσης, των δημιουργημάτων της τέχνης είτε αλλοίωση της ζωής μέσα απο κάθε μορφής θάνατο. Ο υλιστης Θεός μου δεν είχε αρχικό του στόχο το θάνατο! Ωστόσο ευρηματικός όπως είναι προσπαθεί να τον ομορφύνει δίνοντας μας την ευκαιρία μέσα απο την πίστη για καθετί όμορφο να αναστηθούμε σε παραδεισένιους κόσμους γεμάτους χρώματα, ακμαία φύση, ήρεμα νερά και καταπράσινες πεδιάδες, απαράμιλλης μεταθανατιας ομορφιάς.


----------------------------------------------

In one of my frequent existential efforts to compose my worldview on death issue, I, conclude that major reason for my resistance to the obvious "end" is my worldly adoration on everything tasteful.

The beauty, as the art of the human, is at me the incentive of creation and continuity. So I am strong supporter of the opinion that we active as individuals and coexist harmoniously with each other, in environments which elegantly greedily stimulate our optic nerves.

We produce because of the beauty of usability, we spend money because of beauty of our senses satisfaction, we join together because of the beauty of interaction,we love because of the beauty of offering , we fall in love because of the beauty of the soul, spirit and body discovery, we create arts because of expression beauty, we travel because of the beauty of the experience, we live because our lives beauty wink us.

People depict the hell with ugliness and determine paradise as something at the extravagance of beauty, comparable to perfection. There are times people say that beauty of our universe explained through outright math and others that Gods as constructors of a perfect world only masterpieces could built.

There are times that even though my faith relates to a God who is compassionate, open-hearted, humble and above all, self-sufficient, I feel that this God is justifiably materialist. My own experiential and educational-defined God is very palpable! His building has flesh and bones. He builded worlds, made by materials and limits. He even adorned them with beautiful colors and arranged to protect his material with compact 'clothing', durably and resistible on any threat, having as primordial goal to live indefinitely in an earthly paradise without end, without death. So when our original sin lead us to death, it was the suicide punishment that leads us to deterioration.

So I understand that my God believes the sin as the end of the material , death as a fleeing from paradise, isolation as an escape from the sheer beauty. My materialist God is purveyor at any tasteful and his believers are many and often demonstrate that have no reason to change their religion! They insist to protect their God’s building and smite the unbelievers, conscripts of the bad taste, whether that means destruction of nature, artworks or annihilation of life through death. My materialist God was not focused mainly on death! However as imaginative as he was he tries to beautify the death, giving to us the opportunity through the loyalty on everything beautiful to be resurrected at heavenly worlds, colorful, flourishing, full of waters and green plains, in a incomparable, posthumously beauty .