Tuesday, January 25, 2022

Το ταξίδι εκείνο: Το κίτρινο ημερολόγιο στον πάτο της βαλίτσας

 Τρίτη 25 Ιανουαρίου, έτος «Μαύρου Δέρματος». 

Μήνας Αλκυονίδων και λαμπροφεγγαρόφωτης βροχής 

Την περίμενα στην πόρτα να ετοιμαστεί. Νομίζω ανήκει σε εκείνες που αργούν όπως κι εγώ  να ετοιμαστούμε αν έχουμε κάπου να πάμε. Βγαίνει στην πόρτα μισοκρυμμένη, μόνο το κεφάλι και ο ένας ώμος και μου λέει πως δε βρίσκει κάποιο μαντίλι. Μου κάνει νεύμα να περάσω μέσα και τρέχει προς την ξύλινη σκάλα. Κάτω ακριβώς από τη σκάλα πάνω σε ένα κάμελ ταμπουρέ κείτεται ένα εκρού βαλιτσάκι από δερματίνη περίπου σαράντα πόντους. Φωνάζει από πάνω πως αν θέλω μπορώ να παίξω μουσική στο πικάπ. Πρώτα αναρωτιέμαι γιατί πικάπ και στη συνέχεια προσπαθώ απορημένη να εντοπίσω δίσκους βινυλίου. Δίπλα από το ταμπουρέ, μέσα σε ένα ψάθινο καλάθι, υπάρχουν πολλοί από αυτούς, αρκετοί παλιοί και μερικοί καινούργιοι. Και φυσικά το πικάπ, τι άλλο από το κλειστό βαλιτσάκι μπροστά μου. Παίρνω την πρωτοβουλία, η βαλίτσα ανοίγει και ένα αληθινό πικάπ με πλατό, βραχίονα, κεφαλή. Μόλις διαλέγω τυχαία έναν δίσκο με έναν ήχο μεταξύ jazz και electronic και ακούω πίσω μου τα βήματά της.


Με παραξενεύει η ξαφνική εμφάνισή της όσο και η μουσική που διαλέγει να συμπεριλάβει στην συλλογή της. Φοράει ένα κρεμ μίντι φόρεμα από μπουκλέ ύφασμα, στενό πολύ στη μέση με μερικές πιέτες τριγύρω, ελαφρώς άνετο στους γοφούς και απόλυτα pensil στο τελείωμα. Ψηλές κόκκινες σουέτ γόβες τονίζουν υπέροχα τις μακριές γάμπες της και όλο το σύνολο την κάνει να φαίνεται υπέρκομψη. Μαλλιά από χοντρές σκούρες καστανές γυαλιστερές μπούκλες ως τους ώμους και μακριά δάχτυλα να περνούν ανάμεσά τους και μαλακά να ξεχτενίζονται είναι εκείνο το στιγμιότυπο από εκείνη που σου αποτυπώνεται για πάντα στο νου. Το άρωμα της γλυκό, πικάντικο και παλιό είναι σαν εκείνο που μας θυμίζει τη μαμά μας, νοσταλγικό και προσαρμοσμένο στη μυρωδιά του δέρματος του αγαπημένου μας πρόσωπου. Γύρω από τον λαιμό της έχει περασμένο ένα μαντίλι με ζωηρά χρώματα ίσως από ακριβό μετάξι ίσως και από φτηνό σατέν. Γλυκό μπεζ, βαθύ μοβ, καφέ της σοκολάτας και λεπτή χρυσοκλωστή σχηματίζουν έναν σπάνιο καμβά αποχρώσεων που κεντρίζει τα οπτικά νεύρα ευχάριστα. Όλα μπερδεύονται σε μια υπερβολή που πάνω της καταλήγει να είναι απλά ο εαυτό της. Μάλιστα η άνευρη φωνή της χαλαρώνει την έντονη παρουσία της εκτός από τις φορές που θέλει να εκφραστεί όσο έντονα μπορεί να νιώθει. 


Με ρωτάει πως βρήκα τις σημειώσεις της, αν μου φάνηκαν αρκετά χρήσιμες και εγώ με ένα ειλικρινές ευχαριστώ και ένα ανάλογο χαμόγελο της ανταποδίδω το ενδιαφέρον που έχει μέχρι τώρα δείξει. Μια νευρώδης μελωδία στο πικάπ με σηκώνει από το κάθισμα και με στέλνει κατευθείαν δίπλα στην πόρτα. Η ώρα πέρασε αργά θαρρώ και φοβάμαι πως έχω χάσει σχεδόν όλη τη μέρα. Όμως δεν είμαι ούτε μισή ώρα εδώ, ούτε καν η μία πλευρά του βινυλίου. Η αλήθεια είναι πως κι εκείνη δε θέλει να αργήσει στο ραντεβού της στο οποίο προσφέρθηκα να την πετάξω όταν στο τηλέφωνο χθες την ενημέρωνα πως θα περνούσα να της αφήσω της σημειώσεις της. Είχε μάλιστα φροντίσει να κατεβάσει πλάι στην πόρτα τη βαλίτσα με το χακί λινό ύφασμα και δερμάτινες σκούρες πράσινες γωνίες. Εκεί από όπου έβγαλε για να μου δώσει τις σημειώσεις, εκεί τις επιστρέφει με την ίδια ακριβώς ευλάβεια σα να αποτελούν τα μυστικά του κράτους. Ανασηκώνοντας το καπάκι της βαλίτσας, το κίτρινο ημερολόγιο στον πάτο της βαλίτσας και ο ίδιος, κρυφός τότε, φανερός τώρα ευσεβής πόθος: θα ήθελα πολύ να μάθω τι σηματοδοτούσε το 1994 για εκείνη. Φοβάμαι μάλιστα πως κάτι κατάλαβε όταν άρχισε να μου μιλάει για το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς.


Κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδρομής και όχι πολύ μετά από την ώρα που αναχωρήσαμε μου ανέφερε πως ο λόγος που της αρέσουν τόσο τα vintage αντικείμενα είναι γιατί σου θυμίζουν πόσο ευλογημένη είσαι για τις όμορφες στιγμές που πέρασαν από τη ζωή σου και φώτισαν την ψυχή αλλά όσο και για τις άσχημες μέσα από τις οποίες κατάφερες να βγεις δυνατός. Για εκείνες τις όμορφες στιγμές ζεις, αναπνέεις, υπάρχεις μόνο και μόνο για να τις ανακαλείς, να πλημμυρίζεις εικόνες και συναισθήματα, να γεμίζεις ελπίδα. Με τις άσχημες γίνεσαι ποιο τολμηρός, αποκτάς ενσυναίσθηση και εκτιμάς κάθε λεπτό της ημέρας σου. Όμως σε εκείνο το ημερολόγιο υπάρχουν μονάχα οι πιο παστέλ, μελωδικές, βελούδινες, φρουτένιες, πικάντικες και αγνές μαζί υπέροχες στιγμές της. “Το βλέπεις αυτό το φόρεμα;” μου λέει, “το φόραγε η μητέρα μου εκείνο το καλοκαιρινό δροσερό αυγουστιάτικο απόγευμα του 1994, σε εκείνη τη μικρή καθολική εκκλησία στην μικρή πόλη με την παγωμένη λίμνη, το κάμπινγκ στο δάσος και τα τραγούδια με κιθάρα δίπλα στη φωτιά”.



WINTER 2022

Sunday, January 23, 2022

Το ταξίδι εκείνο: Βαλίτσες παντού

 Δευτέρα 24 Ιανουαρίου, έτος «Μαύρου Δέρματος». 

Μήνας Αλκυονίδων και λαμπροφεγγαρόφωτης βροχής 

Το σπίτι της είναι γεμάτο από διάφορες βαλίτσες. Υπάρχουν βαλίτσες παντού. Όχι βαλίτσες που πρέπει να αδειάσουν. Δε είναι οι βαλίτσες αυτές που ταξίδεψαν παρέα με τον ιδιοκτήτη τους κάπου και επέστρεψαν για να κρυφτούν στο πατάρι, στην αποθήκη ή στο βάθος κάποιας ντουλάπας. Ούτε είναι οι βαλίτσες που με κόπο έκλεισε η ιδιοκτήτριά τους προσπαθώντας να χωρέσει επίμονα παραπάνω από όσα έπρεπε ρούχα και αξεσουάρ. Εκείνες που έτσι πιεσμένες όπως είναι όταν τολμήσεις να τις ανοίξεις φοβάσαι πως θα βρεις τα γαζιά τους διαλυμένα ή κάποια φανταχτερή γόβα θα εκσφενδονιστεί στο κούτελό σου αφήνοντας το αποτύπωμά της κυριολεκτικά στο κεφάλι σου. Είναι βαλίτσες διακοσμητικές ή χρηστικά αντικείμενα με εμφάνιση βαλίτσας. 


Διακοσμητικές βαλίτσες που μάλλον ικανοποιούν κατά κάποιο τρόπο τη λαχτάρα για ταξίδι. Πιθανόν εκείνη βλέπει στις βαλίτσες τριγύρω, το ταξίδι που έρχεται ή πιθανόν εκείνα που πέρασαν και άφησαν νοσταλγία και πόθο. Μπορεί πάλι να μην ικανοποιεί την προσδοκία ή την ανάμνηση με τόσες βαλίτσες αριστερά και δεξιά αλλά να ζει με κάποιο τρόπο γενικά το ταξίδι κάθε λεπτό, κάθε φορά που πέφτει το βλέμμα της σε κάποια από τις βαλίτσες εκεί. Ονειροβατεί ίσως σε κόσμους που τα αληθινά ταξίδια δεν μπορούν πάντα εύκολα να πλησιάσουν αλλά και αν τους πλησιάσουν συχνά θα πρέπει να τους εγκαταλείψουν. Κάθε βαλίτσα, τέτοια διακοσμητική, μπορεί σε χρώμα, υλικό και περιεχόμενο να παραπέμπει σε μια επιθυμία, σε ένα όραμα, σε μια εποχή και σε μια ιστορία που η πρωταγωνίστρια έχει κρυφτεί  εκεί ή έχει κρύψει μέσα της. Μόνο αν την ανοίξεις μπορεί να ανακαλύψεις τι από τα δυο συμβαίνουν. Κάποιος είναι ήδη ανοιχτές και κάποιες λίγες έτυχε και τις άνοιξε μια το φορές μπροστά μου.


Μια φορά σε μία από αυτές είχε χωρέσει ένα πολυτελές πορσελάνινο σερβίτσιο καφέ. Μπορεί να ήταν και η συσκευασία του ίδιου του σερβίτσιου σκέφτηκα τότε. Μα η ευλάβεια  με την οποία τα απέσυρε από μέσα για να τα χρησιμοποιήσει, η προσοχή με την οποία τα ακούμπησε στο τραπέζι μπροστά μου για να μου σερβίρει ζεστό καφέ και κέικ καρότου αλλά και ο τρόπος που τα επανατοποθέτησε πίσω, με τόση φροντίδα και τάξη, με έκανε να καταλάβω πως εκεί τα αποθήκευε. Όταν δε έκλεισε το καπάκι, ακούμπησε και κράτησε σταθερά τις παλάμες της στην επιφάνεια για μερικά δευτερόλεπτα σα να άφηνε εκεί μια προσευχή για κάποιον ή για κάτι και έπειτα απομάκρυνε τα χέρια φρόνιμα. Στη συνέχεια εγώ πρόσεξα πως η βαλίτσα δεν ήταν άλλο πάρα ένα ψάθινο ορθογώνιο καλάθι πικ νικ. Το καλάθι διακοσμούσε μία γωνία στο αίθριο του σπιτιού της, μία ξύλινη ραφιέρα θα έλεγα όπου πάνω πάνω εκείνο και από κάτω άλλα δύο ράφια με έρποντα φυτά και μερικά βιβλία. Τόσο ο χώρος όσο και η ψάθινα βαλίτσα με το συγκεκριμένο περιεχόμενο με έπεισαν πως της άρεσε πολύ το γεύμα στην εξοχή.


Της αρέσουν ωστόσο πολλά πράγματα πλην της εξοχής, όπως το να διηγείται ιστορίες από τη ζωή της και να προσκαλεί ανθρώπους σπίτι της. Για εκείνες τις σημειώσεις που προσφέρθηκε να μου διαθέσει εκείνο το παγωμένο απόγευμα Σαββάτου πριν δύο χρόνια αποφάσισε και πάλι να με καλέσει σπίτι της και όχι να βρεθούμε κάπου έξω. Ξανά οι ίδιες βαλίτσες στα ίδια σημεία, vintage καλοφτιαγμένα, μερακλίδικα αντικείμενα, με σπάνια χρώματα, ιδιαίτερα κουμπώματα, χρυσά λουκέτα και περίτεχνα ντυμένα με μεταξωτά υφάσματα χερούλια διατηρούσαν τις θέσεις τους και αποκτούσαν το ίδιο ενδιαφέρον και περιέργεια στον καλεσμένο. Δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί πως διακοσμούν με μια υπέροχα μποέμ διάθεση τον χώρο. Χαριτωμένοι αποθηκευτικοί μικροί χώροι, ιδιαίτερα λειτουργικοί, που μπορούν να μετακινούνται εύκολα και να αποθηκεύονται ακόμα πιο εύκολα σε άλλους μεγαλύτερους. Δε βρίσκονταν διάσπαρτες στα διάφορα σημεία του σπιτιού αλλά συγκεντρωμένες και κυρίως στοιβαγμένες. Σε μία από αυτές ήταν και οι σημειώσεις της, “οι μικροί της θησαυροί” όπως φάνταζε μάλλον και το περιεχόμενο των περισσότερων μάλλον βαλιτσών. Χρειάστηκε να ψάξει λίγο για να τις βρει. Όχι στην πρώτη που άνοιξε αλλά στη δεύτερη κιόλας βρήκε αυτό που ήθελε. Σηκώνοντας το ντοσιέ με τις πολλές σελίδες και πριν καλά καλά μου το παραδώσει, πρόλαβε να κλείσει γρήγορα τη βαλίτσα. Όχι όμως τόσο γρήγορα που να μην προλάβω να δω το φανταχτερό κίτρινο ημερολόγιο στον πάτο της. Έγραφε με πλάγιους αριθμούς 1994. 




WINTER 2022

Friday, January 14, 2022

..............Αυτοκινούμενο παγκάκι

 Παρασκευή 14 Ιανουαρίου, έτος «Μαύρου Δέρματος». 

Μήνας Αλκυονίδων και λαμπροφεγγαρόφωτης βροχής 

Περπατάω πάνω κάτω, ανυποψίαστα. Θέλω να δώσω την εικόνα πως δεν είμαι ένας παθιασμένος παρατηρητής των συγκινήσεων. Μπορεί να κατηγορηθώ ως απειλή της προστασίας των προσωπικών στιγμών των ανθρώπων. Όμως εγώ είμαι εκεί, απέναντι από τον κύριο με το γκρι κοστούμι. Η δική μου πλευρά είναι και εκείνη γκρι. Καμία ακραία όψη, κανένας χρωματικός τόνος που να ξαφνιάζει το βλέμμα. Στην άλλη όμως πλευρά κυριαρχεί το κίτρινο και το πράσινο. Ο ήλιος που ανεβαίνει πάνω, πίσω από την πλάτη μου, ζωηρός και περήφανος, ρίχνει το χρυσό φως του απέναντι. Εκεί στην άλλη πλευρά, απλώνεται μια μεγάλη λεωφόρος, ψηλά πάνω από το ποτάμι, με θεόρατα δέντρα και πυκνές φυλλωσιές, που φωτίζονται από τις διαπεραστικές και αδίστακτες ακτίνες του ήλιου. Μια πράσινη φωτογραφία με φλας είναι η πιο παράταιρη φωτεινή εκδοχή της στερημένης από φωτεινά χρώματα μίζερης πραγματικότητας. Τα πάντα γίνονται πρασινοκίτρινες αντανακλάσεις και όσοι  περαστικοί τις διασχίζουν θα μπορούσαν να χαθούν για πάντα μέσα στο σύμπαν τους και να γίνουν πρωταγωνιστές του ονείρου.


Εκεί κάπου ο δικός μου πρωταγωνιστής ταξιδιώτης του κυλιόμενου πεζοδρομίου μετατρέπεται για λίγο σε ανθρωποειδές, μισός σάρκα, μισός γυαλί. Η δεξιά του πλευρά, βιτρό σχηματισμένο από μικρά κομμάτια διάφανου πράσινου και κίτρινου γυαλιού κουβαλάει πάνω της όσα είδωλα καθρεφτίζονται και συμμετέχουν, αφομοιώνονται, παρασύρονται στην νιρβάνα του. Η άλλη του πλευρά απόλυτα κοσμική, γήινη αλλά ανεπηρέαστη από την κοσμικότητα του πλήθους. Η εμπειρία αποτυπώνεται στην ηλικία αλλά κυρίως στην αποδοχή αυτής και αυτό είναι πολύ γοητευτικό. Ο κύριος με το γκρι κοστούμι μπορεί ακόμη να μαγνητίζει τα βλέμματα, να γίνει χορευτικός παρτενέρ ωραίων κυριών, να φλερτάρει με την πρόκληση. Τώρα δοκιμάζει και δοκιμάζεται από μία νέα ερωμένη, την τεχνολογία και μοιάζει απόλυτα αποφασισμένος να απατήσει, χωρίς μάλιστα να ενδιαφέρεται να δώσει ιδιαίτερες εξηγήσεις. Εκείνη βρίσκει έκφραση στο αυτοκινούμενο παγκάκι αποτελώντας μια καλλιτεχνική παράκρουση του κλασικού ρεαλισμού που μεταφράζεται ως επιστημονική παραποίηση του κατεστημένου. Ένα είδος τεχνολογικού παραστρατήματος που στρέφει το ενδιαφέρον του  πρωτοπόρου στη διαχρονικότητα σκοντάφτει  πάνω σε ένα άλλο, εκείνο της απεγνωσμένης ελπίδας για συνέχεια. 


Το παγκάκι είναι σα σύννεφο που ενώ κινείται παραμένει σταθερά εντός του οπτικού μου πεδίου. Κατευθύνομαι παράλληλα, με βήμα γοργό και προσπαθώ να μη χάσω λεπτό από την πορεία του, η οποία φαίνεται να είναι κατά κάποιο τρόπο επαναλαμβανόμενη. Υπάρχει ροή αλλά καμία μετατόπιση και αυτό είναι πολύ περίεργο. Όμως δεν παύει να μου προκαλεί ενδιαφέρον αυτή η μικρή περιπέτεια και για πρώτη ίσως φορά στη ζωή μου δεν προσπαθώ να καταλάβω. Η κατάσταση είναι σαν επαναλαμβανόμενα ακόρντα ενός τραγουδιού που η τελική του ωστόσο μελωδία είναι υπέροχα μοναδική. Τεχνολογικό καλλιτέχνημα τελικά δεν είναι το αντικείμενο, ούτε ο άνθρωπος στον οποίο απευθύνεται, ούτε η διαδικασία που συντελείται, ούτε το τεχνικό αποτέλεσμα. Τεχνολογικό καλλιτέχνημα είναι πως ταξιδεύεις σε ένα χρονικό διαρκές εντός ενός περιορισμένου χώρου. Νιώθεις και ξανανιώθεις το συναίσθημα που ο ταξιδιώτης όφειλε να έχει για να παραμείνει καθήμενος στο παγκάκι, εκείνο της εσωτερικού επαναπροσδιορισμού της ύλης του. Σε αυτόν τον επαναπροσδιορισμό, η πνευματική ανασύνταξη ενδέχεται να ταιριάξει με εκείνη που αναζητάς ακόμη και ως παρατηρητής, από την απέναντι πλευρά της όχθης του ποταμού που ρέει με βάση τους κανόνες της φύσης και όχι εκείνους που εσύ έθεσες στην πορεία της ζωής σου. 


Κι ενώ σου έχουν πει να αφήσεις τα πράγμα να γίνουν φυσικά και ενώ δεν εμπιστεύτηκες ποτέ αυτήν την προοπτική, τώρα συνειδητοποιείς πως υπάρχει μια άλλη φύση αφύσικη με την οποία μπορείς να ταιριάξεις καλύτερα. Εκείνη αποτελείται από συμπτωματικές πνευματικές ενώσεις και έχει μια θέση της στη ζωή, ακριβώς ανάμεσα από τον καλλιτέχνη, τον πομπό  και τον δέκτη του έργου. Έτσι ακριβώς ανάμεσα από το αυτοκινούμενο παγκάκι, τον κύριο με το γκρι κοστούμι και εμένα εμφανίζεται ένα φυσικό φαινόμενο που θα αποκλειστεί από το καθιερωμένο αυθύπαρκτο γίγνεσθαι της ύλης και θα μετουσιωθεί σε ένα γίγνεσθαι υπαρξιακά συνδεδεμένο με τον ασχημάτιστο κόσμο των ιδεών. Όταν ο κύριος σηκωθεί από το παγκάκι βλέπω πως δεν είχε καμία ιδέα σε τι συμμετείχε όπως μάλλον ούτε ο επόμενος θα έχει. Μόνο οι παρατηρητές που θα συνδεθούν μαζί τους.


WINTER 2022


Thursday, January 13, 2022

Αυτοκινούμενο παγκάκι

 Πέμπτη 13 Ιανουαρίου, έτος «Μαύρου Δέρματος». 

Μήνας Αλκυονίδων και λαμπροφεγγαρόφωτης βροχής

Ο κύριος με το γκρι κοστούμι και την γκρι ρεπούμπλικά του χαμηλά στο κεφάλι να του μισοκρύβει  τα μάτια, κάθεται στο παγκάκι μπροστά από το ποτάμι. Παρατηρώντας τον, παλεύω να ξεφύγω από την ψευδαίσθηση που μου δημιουργεί η ροή του ποταμιού σε σχέση με τη δική του άπνοη στάση. Όπως ξεμακραίνω με το πλοίο θαρρώ πως όχι εγώ αλλά εκείνος και παρέα του το παγκάκι, ξεμακραίνουν σαν ένα αυτοκινούμενο. Μοιάζουν μαζί σαν επιστημονικό έκθεμα σε έναν εικαστικό χώρο όπου κάποιος νεωτεριστής επιστήμονας θέλησε να παρουσιάσει την τέχνη που δημιουργεί ο συνδυασμός της αυθεντικότητας του διαχρονικού με την ακεραιότητα της πρωτοπορίας. Μοντέλα και ταυτόχρονα πρωταγωνιστές αυτού του επιστημονικού καλλιτεχνήματος το παγκάκι και ο κομψός μεταμεσήλικας κύριος.


Σε αυτό το έκθεμα ένα κυλιόμενο πεζοδρόμιο μπαίνει σε λειτουργία και μετακινεί τα στερεωμένα πάνω του παγκάκια λειτουργώντας στα πλαίσια της τεχνητής νοημοσύνης. Όταν ο καθήμενος σε αυτά επιδιώκει τη σύνδεση με το ποτάμι και έλκεται από την προοπτική πνευματικού διαλογισμού που μπορεί να προκύψει από αυτήν του τη σύνδεση, τότε το κυλιόμενο πεζοδρόμιο διαβάζει την ενέργεια αυτή και μονάχα τότε μπαίνει σε λειτουργία. Διαφορετικά μια ταλάντωση που παραμορφώνει το παγκάκι δίνοντάς του μια αφιλόξενη απότομη καμπυλότητα εκτόξευσης, εκτοπίζει τον επισκέπτη μακριά αποτρέποντας τον από ένα τέτοιο αντίστοιχο εγχείρημα στο μέλλον αν προπάντων δεν βρίσκεται σε ανάλογη πνευματική νηνεμία με εκείνη που η συνθήκη κίνησης επιτρέπει.


Απαραίτητο επίσης είναι τα πρόσωπα που θα μπορούν να βιώνουν κάθε φορά την εμπειρία της αυτοκίνησης να έχουν μια εκλεπτυσμένη γοητεία. Οι κακόγουστοι στην έκφραση, στο παρουσιαστικό τους, την έκφραση, στις ιδέες και στα ρούχα τους θα απορρίπτονται επίσης. Η εκλεπτυσμένη γοητεία θα είναι άμεσα συνυφασμένη με την προσεγμένη στιλιστική επένδυση του έργου προκειμένου να λειτουργεί και ως μια εικαστική πινελιά ανάλογη με αυτή που αρμόζει στο περιβάλλοντα, του ποταμού, χώρο. Το τελικό αποτέλεσμα θα πρέπει να βελτιώνει την εικόνα του σημείου από όπου ο κόσμος περνά καθημερινά για να κάνει έναν περίπατο, να ταξιδέψει για λίγο στη μαγεία της πρωινής ομιχλώδους βαρκάδας ή της απόκοσμα όμορφης νυχτερινής πλωτής γευσιγνωσίας, για να εμπνευστεί, να καλλιτεχνήσει και να ερωτευτεί. 


Έτσι τα πρόσωπα - επισκέπτες στο παγκάκι, φορούν μόνο γραμμές που κολακεύουν τη σιλουέτα, κοιτάνε με βλέμμα αυτοπεποίθησης, αυτοεκτίμησης και λαγνείας, μιλάνε λακωνικά και στοχευμένα στο καλό, το απλό και το ανθρώπινο. Δεν είναι αμετροεπείς, πρόστυχοι, υπερφίαλοι και απροσάρμοστοι. Τα χέρια τους είναι δυνατά, ετοιμοπόλεμα για όποια μάχη ενάντια στη μιζέρια και την ένδεια, τα χείλη χαλαρά και μισάνοιχτα σε θέση να σιγοψιθυρίσουν ένα όμορφο τραγούδι, τα βλέφαρα ελαφρά και ταπεινά στο φως που πάει να κοροϊδέψει το σκοτάδι και θαρραλέα όταν κοιτάνε το σκοτάδι που απειλεί το φως. Ο δικός μου επισκέπτης μέσα στο λευκό του πουκάμισο, το ανοιχτόχρωμο γκρι κοστούμι με το ασορτί σφιχτό γιλέκο, το χαμηλωμένο καπέλο, τα χέρια στις τσέπες, τα τεντωμένα μπροστά σταυρωμένα πόδια, τη λεπτή κορμοστασιά και το σκληρό δέρμα στο πρόσωπο είναι από εκείνους που ταιριάζουν απόλυτα με το προφίλ το επισκέπτη που ζει απόλυτα την εμπειρία του εδώ. “Πρέπει να τον προλάβω!” σκέφτομαι και κατεβαίνω στην προβλήτα απέναντι.


WINTER 2022

Wednesday, January 12, 2022

Συνθήκη προτροπής

 Τετάρτη 12 Ιανουαρίου, έτος «Μαύρου Δέρματος». 

Μήνας Αλκυονίδων και λαμπροφεγγαρόφωτης βροχής 

Κάπου εκεί το μυαλό δουλεύει σε μια σταθερή επανάληψη. “ Επιτέλους πρέπει να κοιμηθώ, πρέπει να κοιμηθώ, πρέπει να …….. ” είναι η πρόταση που γυρνάει στο μυαλό το οποίο σιγοντάρεται από το κορμί. Καμία θέση δεν το βοηθάει να βρει την ησυχία που θέλει όχι γιατί είναι άβολα τοποθετημένο αλλά γιατί πονάει παντού. Πρέπει όμως πρώτα να αντιμετωπίσω την υπερένταση που προκαλείται από την τσουχτερή ενόχληση που μοιάζει σα να χτυπάς πάνω σε παγωμένο μέταλλο. Αντανακλάστικός πόνος όπως ο ήχος της καμπάνας. Γεννιέται εδώ και σεριανίζει μέχρι και δεκάδες μέτρα μακριά. Πονάει η άρθρωση του χεριού μου και νιώθω διάχυτες δονήσεις στα πέλματα. Και όλο αυτό γιατί υποτίμησα τη δυσκολία να κατασκηνώσει κανείς μια χειμωνιάτικη νύχτα μέσα στο δάσος. 


Η παρέα αποτελείται από εμάς τις πέντε. Γυναικεία υπόθεση. Οι δύο έχουν αρκετή εμπειρία από ανάλογες παλικαριές σε βουνά, κάμπους, ακροθαλασσιές. Τα κορίτσια ξέρουν να στήνουν και να ξεστήνουν σκηνές, να ανάβουν φωτιά και να είναι ετοιμοπόλεμες στα παράδοξα του καιρού και της νύχτας. Οι υπόλοιπες είμαστε κατά βάση θεωρητικές, με εμένα μόνο να αρέσκομαι σε χειρωνακτικά πειράματα αν και καταλήγω συνήθως με εκδορές και μελανιές. Πάντα πίστευα πως μπορούσα και μου ταίριαζε πολύ να φτιάχνω πράγματα με τα χέρια και αυτό είναι εξαιρετικά οξύμωρο σε σχέση με το ότι κυρίως πνευματικό κόπο έχω να θυμάμαι μέχρι τη στιγμή ετούτη. Απόψε απέδειξα ότι μπορώ να κουβαλήσω, να στερεώσω, να δέσω, να λύσω και να παραμείνω με υψηλό ηθικό ως το τέλος. Όμως το σώμα δεν είναι καμωμένο για τέτοια, δεν έχει αντοχή, έχει μάθει αλλιώς. Έτσι τώρα, ντυμένη με μια φλις μπλε ολόσωμη φόρμα, μάλλινες κάλτσες και σκουφί, συνάμα καλυμμένη με ένα σλίπινγκ μπανγκ ατενίζω το κλειστοφοβικό ταβάνι της σκηνής και γυρεύω να βρω τη θέση που θα με ξεκουράσει.


Έρχεται η στιγμή που καταλαβαίνω πως μάλλον πλάι σε μια φουντωμένη φωτιά θα βρω τη θέση μου γι’ απόψε. Η φωτιά που ανάψαμε, έσβησε. Το σημείο που κατασκηνώσαμε ευτυχώς είναι κοντά σε ένα τουριστικό ράντζο που οι ιδιοκτήτες του φροντίζουν πάντα σε συνεννόηση με τους τοπικούς άρχοντες της περιοχής να προμηθεύουν με ξύλα την κατασκήνωση από το  ίδιο το δάσος. Εκείνοι παρέχουν τις υπηρεσίες περιποίησης και καθαριότητας από παλιά κλαδιά και γερασμένα δέντρα οπότε ως ανταμοιβή κρατούν όσα από αυτά κόβονται προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για καύσιμη ύλη. Υπάρχουν λοιπόν αρκετά που να μπορούν  να θερμάνουν πολλές χειμωνιάτικες ώρες. Βαδίζω μέσα στην παγερή νύχτα κάτω από τον έναστρο ουρανό και φτάνω στη σωρό με τα ντανιασμένα ξύλα. Αρπάζω μερικά μέσα στην αγκαλιά μου και επιστρέφω έξω από τη σκηνή. Στήνω τα ξύλα σε πυραμίδα, τοποθετώ στη βάση τους μερικά ξερά φύλλα και μικρά κλαδιά, τσαφ ένα μεγάλο σπίρτο και μια γενναία φωτιά ξεπηδάει και στέλνει σπίθες που παν να συναντήσουν τα αστέρια. 


Όση ώρα μεσολαβεί από τη στιγμή που βγαίνω για ξύλα μέχρι την ώρα που η φωτιά είναι γεγονός, το σώμα έχει βρει τη θερμοκρασία που χρειάζεται όσο καμία πνευματική δραστηριότητα δεν μπόρεσε ποτέ να φέρει στους μύες μου τον βαθμό θερμότητας που ζητούν. Νιώθω απεριόριστα περιφανή που με διόλου βοήθεια κατάφερα να δώσω φλόγα, μια ιδέα ζωής, στο μικρό αυτό κομμάτι του απεριόριστου άλλα μοναδικού συμπαντικού παζλ του κόσμου της νύχτας. Μέχρι πριν λίγο, τολμηρό θεωρούσα το να τσακίσω τα τακούνια του αγαπημένου μου ζευγαριού πέδιλων, περιπλανώμενη στα καλντερίμια ενός ελληνικού νησιού και όχι με σκισμένα από το κρύο χέρια να διανύω μόνη μέσα στο σκοτάδι ένα δασικό μονοπάτι στη μέση ενός πουθενά. Πιθανόν από εδώ και στο εξής να νιώσω πως εκεί ακριβώς υπάρχει ένα ολοκληρωτικό παντού. Μαθαίνω απόψε πως παντού μπορεί κανείς να βρει τους καλά κρυμμένους θησαυρούς του, να βγει πιο μπροστά από τον ίδιο του τον εαυτό και να διεκδικήσει την ευκαιρία του στη φωτιά. Στο σημείο αυτό ένα μαγικό κάλεσμα φέρνει την παρέα έξω από τη σκηνή. Ποτέ πια πριν δεν έτυχα σε μια τέτοια συνθήκη προτροπής που να ξεκινάει από εμένα.


WINTER 2022

Tuesday, January 11, 2022

Μια κατηφόρα δρόμος, η “ανηφόρα”

 Τρίτη 11 Ιανουαρίου, έτος «Μαύρου Δέρματος». 

Μήνας Αλκυονίδων και λαμπροφεγγαρόφωτης βροχής 

Κατηφορίζω χοροπηδηχτά την απότομη λεωφόρο. Χαμπουργκεράδικα, δισκοπωλεία, τσαγκάρικα, ανθοπωλεία από τη μία. Από την άλλη πλευρά τραπεζικά καταστήματα, είσοδοι πολυώροφων εταιριών και ψηλές τζαμαρίες με εφέ καθρέφτη ή φιμέ απόχρωση. Όσο εγώ παρασύρομαι από την ίδια μου τη φόρα τόσο τα πράγματα αριστερά και δεξιά μου , μεταμορφώνονται σε γρήγορα, επαναλαμβανόμενα κινηματογραφικά τρέιλερ. Φορές φορές κόβει τη φόρα μου ένας περαστικός, ένα απρόσμενο αντικείμενο ή ένα δικό μου στραβοπάτημα. Συχνά όμως διακόπτει την παιδιάστικη ανεμελιά μου ένα γοργό λαχάνιασμα από τον έντονο παλμό που για κάποια ώρα διατηρώ. Πιθανόν όμως οι λόγοι που το προκαλούν να είναι άλλοι.


Όταν αυτό το λαχάνιασμα μου φρενάρει την αποφασιστικότητα και τη διάθεση για τολμηρές εμφανίσεις μέσα στον κόσμο που απαρατήρητος ζει την επανάληψη του, τότε ακριβώς είναι που αναρωτιέμαι αν αυτές οι γρήγορες αναπνοές είναι μια μηχανική αντίδραση του οργανισμού ή κάτι άλλο. Φυσικά θεωρώ πως τίποτα δε θα έπρεπε να εμποδίζει τον επιστήμονα να καταλήξει σε συμπεράσματα που προκύπτουν όχι μόνο από την αυθυπαρξία κάθε ζωντανού οργανισμού αλλά και από τα παράπλευρα δεδομένα που συνυπάρχουν μέσα στη ίδια του την ύλη. Με άλλα λόγια νιώθω λαχανιασμένη καθώς ο αέρας που περισσεύει στον καθένα να αναπνεύσει είναι συγκεκριμένος και όταν μάλιστα η ζήτηση του είναι αυξημένη σε ένα πολυπληθές περιβάλλον απλά μειώνεται το ποσοστό που μας αναλογεί. Αυτό είναι το λεγόμενο για εμένα αγοραφοβικό λαχάνιασμα, όχι γιατί οι οντότητες ως παρουσίες είναι εκείνες που ενοχλούν αλλά γιατί απλά διεκδικούν περισσότερο αέρα από αυτόν που επαρκεί για καθέναν ξεχωριστά. Αυτό ίσως νιώθω τώρα.


Την ώρα αυτή σκύβω να δέσω τα κορδόνια μου που δεν έχουν λυθεί, έχουν απλά χαλαρώσει. Αφορμή, ελπίζοντας πως αν κλείσω το σώμα μου μπροστά σώσω μερικές αναπνοές για μένα και στριμώξω εσωτερικά αέρα που θα χρειαστώ. Σηκώνομαι λίγα δευτερόλεπτα μετά και αποφασίστηκα διανύω τη λεωφόρο απέναντι, στην πλευρά με τα τζάμια που καθρεφτίζουν ότι συμβαίνει μπροστά τους. Εκεί η ανάσα καταφέρνει να βρει σιγά σιγά το ρυθμό της, γίνεται πιο αργή και όσο οι καθρέφτες δημιουργούν την ψευδαίσθηση μεγαλύτερου χώρου μένεις με την εντύπωση πως ο αέρας είναι και αυτό πιο πολύς. Αυτή είναι η λεγόμενη πνευματική ανασυγκρότηση που αναπόφευκτα θα οδηγήσει στο σταδιακό ξελαχάνιασμα που έρχεται και με βρίσκει. Τόσο η εντύπωση του όλου όσο και ο αυτοέλεγχος επιδρούν στο κατευναστικό αίσθημα. Καθώς σου αποκαλύπτονται μόνο όσα εσύ θες να δεις και σύντομα αποτελέσουν το συνειδητό σύμπαν όσων τα μάτια μας προτιμούν να βλέπουν και το μυαλό  γουστάρει να σκέφτεται, αρχίζεις να νιώθεις πως υπάρχει λίγος αποθεματικός αέρας βαθιά μέσα σου.

Ενώ παράλληλα παρατηρώ εμένα στους καθρέφτες, βλέπω στο είδωλό μου αυτό που θέλω από νωρίς το πρωί σήμερα να βλέπω. Στο σκούρο “λερωμένο” ροζ στρατιωτικής αυστηρής γραμμής παλτό μου διακρίνω περισσότερο το χρώμα και τη σιλουέτα που περίτεχνα σχηματίζεται μέσα σε αυτήν τη γραμμή. Στα ατίθασα, αγριεμένα μαλλιά μου εντοπίζω τον πλούτο της κόμης μου. Στις γραμμές που διαπερνούν διάφορα σημεία του προσώπου μου διακρίνω κοριτσίστικα  χαμόγελα και τρανταχτά γέλια. Στα μοβ σουέτ με χρυσά κορδόνια αθλητικά μου παπούτσια διακρίνω εμένα. Και σε όλα αυτά μαζί βλέπω, πως μπορώ όποτε λαχανιάζω να θυμάμαι την ψυχή μου, εκείνη που κρατάει πάντα λίγο αέρα για να τροφοδοτήσει όποτε χρειαστεί του πνεύμονές μου.


WINTER 2022