Wednesday, November 10, 2021

Οι Προορισμένοι

Τετάρτη 10 Νοεμβρίου , έτος «Φούξια Αγριοβατομουριάς». 

Μήνας χρυσανθεμολατρείας και Βροχής των Λεοντιδών

Στην είσοδο του ξενοδοχείου στέκεται ένα ψηλό έγχρωμο αγόρι με ανοιχτόχρωμο γκρι κοστούμι και κατάλευκα δόντια. Το ογκώδες, γυμνασμένο σώμα του ασφυκτιά μέσα στο καλοραμμένο σακάκι με την στενή μέση και τα ασημένια κουμπιά, όμως δεν το δείχνει. Υποδέχεται, δίνει διευκρινίσεις, χαμογελάει, καλεί ταξί, ανοίγει-κλείνει πόρτες και δείχνει ευτυχής.  Ανήκει στους τυχερούς σκέφτομαι. Είναι αφομοιωμένος και λαμπερός, οικονομικά ανεξάρτητος και ελεύθερος. Διασκεδάζει το κάθε δευτερόλεπτο που του δίνει ζωή και ίσως πολύ υποσυνείδητα να θυμάται την τύχη των προγόνων του. Μπορεί και συνειδητά να ευγνωμονεί τους αγώνες τους ή απλά τη μοίρα του που υπήρξε τόσο γενναιόδωρη μαζί του. Ενδέχεται και ασυνείδητα να βιώνει μια ευλογία που θα έπρεπε να είναι δεδομένη για τον καθένα χωρίς πιστεύει πως την οφείλει σε οποιονδήποτε. Σίγουρα πάντως φροντίζει να δηλώνει με κάθε τρόπο πόσο αντιπροσωπευτικό δείγμα νεαρού προτύπου θα μπορούσε να αποτελεί.


Την ίδια ώρα από το παράθυρο αντικρίζω τη γνώριμη μικροσκοπική παρουσία των 11:00. Μόνο εχθές απουσίαζε. Πρέπει να ήταν το ρεπό της. Είναι πάντα βιαστική. Μοιάζει να φοβάται μήπως δεν είναι αρκετά συνεπής, μήπως κινδυνέψει να βρεθεί ξανά από εκεί που ξεκίνησε. Πανικόβλητη, με ύφος αγανάκτησης είτε γιατί δεν έχει συνηθίσει την παγκόσμια ιδέα πως “η ώρα περνάει γρήγορα”, ή γιατί δε θέλει να αλλάξει η ίδια τις κακές της συνήθειες, κατεβαίνει από το λεωφορείο της γραμμής που την αφήνει ακριβώς έξω από την είσοδο προσωπικού του ξενοδοχείου. Αν και 1.50 ύψος με το ζόρι, περπατάει με αυτοπεποίθηση δίμετρης και ύφος ντίβας του κινηματογράφου. Βαδίζει πάντα πάνω σε τακούνια και φοράει κολλητά φορέματα που διαγράφουν περίτεχνα τις πληθωρικές της καμπύλες. Πριν καλά καλά εγκαταλείψει τις σκάλες του λεωφορείου ακούω την τσιριχτή κραυγή της κι κάτι να μουρμουράει με θυμό ρώσικο. Η πόρτα του λεωφορείου, της έχει πιάσει τις στιλπνές, μαύρες, ζωηρές, μακριές της μπούκλες που συχνά με περηφάνια τινάζει. Η μικρή ρωσιδούλα είναι αερικό, είναι το μεσογειακό όνειρο που θα χρειαστεί να το εξερευνήσεις κάτω από ένα ψυχρό βλέμμα και ένα διάφανο δέρμα,. Είναι όμως κυρίως η πιο θηλυκή εκδοχή μιας καθημερινής γυναίκας που ζει στη δικής της γυάλινη μπάλα γεμάτη χρυσόσκονη.


Λίγο πριν όμως ήταν μαζί μου ο σερβιτόρος θαλασσόλυκος  της καρδιάς μας. Ο Αργεντίνος εξηντάχρονος φίλος μου, με μια διάθεση πάντα να παραμυθιάσει τους πελάτες του όπως ο ίδιος παραμυθιάζει την καρδιά του και όπως παραμυθιάζονταν για χρόνια από τη θάλασσα που τον ταξίδεψε παντού στον κόσμο μέχρι που τον ξέβρασε σε αυτό εδώ ο ξενοδοχείο. Φοράει το σωστό σε μέγεθος λευκό πουκάμισο, κολλητό πάνω του, με ανεβασμένα σε ρεβέρ τα μανίκια ακριβώς πάνω από τους αγκώνες, ώστε το γραμμωμένο, σφιχτό απ’την αρμύρα και τον ήλιο κοκκινόμαυρο σώμα του να δείχνει την ετοιμότητα, τη βαθιά και αληθινή γνώση της ζωής, τη μοναδική εμπειρία του ταξιδιού. Αναφέρει συχνά πως είναι αργεντινός στις χιλιάδες μικρές ιστορίες όπου διηγείται την κουλτούρα της χώρας καταγωγής του, προσπαθώντας να σε πείσει για το πόσο περήφανο τον κάνει αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό στοιχείο της προέλευσης του. Το ίδιο συχνά τονίζει πως δεν έχει πατρίδα, δεν είχε ποτέ, όπως θέλει να λέι. Όμως ενώ μιλάει με θεατρινίστικό παράπονο και αυτό το καταλαβαίνεις όταν πίσω από κάθε ιστορία του κρύβεται ένας μικρός θησαυρός νοσταλγίας και αγάπης για τις χώρες που επισκέφτηκε , την ίδια ώρα προδίδει τη μία και μοναδική αλήθεια του, πως δεν έχει μια μα χιλιάδες πατρίδες. Μια από αυτές είναι και η δική μου, στην οποία φαίνεται και να κατέληξε για το επόμενο της ζωής του. Και δεν είναι ότι αυτός μόνο τη διάλεξε για πατρίδα αλλά η πατρίδα μου επιβράβευσε με εκπροσώπους κάποιους από εμάς την αυθεντικότητα, την αβρότητα και την μεγαλοσύνη του κάθε ανθρώπου για προσφορά.


AUTUMN 2021

Tuesday, November 9, 2021

Η μέρα που ανθίζει πεντάγραμμα

 Τρίτη 9 Νοεμβρίου , έτος «Φούξια Αγριοβατομουριάς». 

Μήνας χρυσανθεμολατρείας και Βροχής των Λεοντιδών

Τα κατάλευκα μάρμαρα φωτίζονταν υπέροχα από τον ήλιο, που δειλά μέσα από την ομίχλη αντανακλούσε ένα λευκό φως, διαφορετικό από ότι συνήθως. Νομίζω πως διαβαίνω ένα μονοπάτι προς μια σπάνια, μοναδική έκπληξη. Για αρκετά λεπτά διακρίνω με δυσκολία τι με περιμένει μερικά μέτρα παρακάτω. Χαζεύω το βήμα που και παιχνιδίζω με τα πατήματά μου. Animal print σε λιλά υπότονο, country μποτάκια σταυρώνονται και προσπαθώ να κρατήσω ένα ρυθμό για να φαίνονται πιο όμορφα σε ένα πιο αποφασιστικό περπάτημα. Τα γυμνά μου μελαμψά πόδια σταδιακά ασπρίζουν από το κρύο αυτό το ξημέρωμα, που καθόλου δεν είχα προβλέψει προς θα με βρει μακριά από το σπίτι μου. Όσο ο κόσμος υποδέχεται τη μέρα, το υγρό νέφος απομακρύνεται προς τα πάνω και η οπτική μου στάθμη ανεβαίνει και εκείνη. 


Κοιτώντας χαμηλά, τώρα βλέπω όχι μόνο τα πόδια μου αλλά και λίγο από τη σατέν λιλά κοντή μου φούστα και μια ιδέα από το μπεζ ολόμαλλο ριχτό παλτό μου. Σίγουρα αυτό που δεν θα φανεί είναι τα χέρια  που χου κλείσει σφιχτά, σε χούφτες κάτω από τον ζεστό λαιμό μου. Μερικοί περαστικοί και κάποιοι ακόμη και έπειτα πολλοί περισσότεροι πρωινοί τύποι, περνοδιαβαίνουν με τα χέρια ελεύθερα, στις τσέπες, σταυρωμένα μπροστά. Όλοι κυνηγούν να προλάβουν τη μέρα από νωρίς, να προϋπαντήσουν το φως που ίσως φωτίσει τα σκοτάδια τους, να δουν γι’ ακόμη μια φορά κατάματα τη ζωή. Όλο και καταφέρνω να δω περισσότερα , από ότι απλά πόδια και χέρια. Το λευκό πέπλο έχει διαλυθεί εντελώς και τώρα μπορώ και διακρίνω πρόσωπα. Εκφράσεις και μη εκφράσεις σου επικοινωνούν κάτι, συγκεκριμένο ή μια βέβαιη ασάφεια. Στάσεις και τάσεις εμφανίζονται, μορφοποιούνται και επιβάλλονται σε κάθε μέτρο. Μια τέτοια στάση είναι το κορίτσι με την κιθάρα, έξω από μια γκαλερί με εκθέματα από μπετό.


Τα εκθέματα φαίνονται και πρέπει να είναι δεκάδες κιλά το καθένα. Τα περισσότερα είναι δοχεία ή καθίσματα. Κανείς μπορεί να απορήσει για το που θα μπορούσαν να προορίζονται, ποιες αισθητικές ανάγκες να ικανοποιήσουν, σε ποιανού γούστο θα ταιριάξουν. Ένα από τα τσιμεντένια καθίσματα, εξωτερικά της βιτρίνας φιλοξενεί ένα κορίτσι ξανθό με μελαμψό δέρμα. Άγριο πλάσμα. Το κορίτσι εκμεταλλεύεται την απουσία του εμπόρου για να ξαποστάσει και να κουρδίσει την κιθάρα του. Βέβαια θα μπορούσε άνετα να λειτουργήσει και ως διαφήμισή του. Καθήμενη εκεί το προϊόν αποκτά και πελάτη και προορισμό. Η άγρια αισθητική του ταιριάζει άψογα με την σκληρή φιγούρα που είναι αδύνατο να μην την προσέξει κανείς πριν ακόμη εκπέμψει μουσικά. Φοράει ένα σιφόν κεραμιδί μικροσκοπικό φορεματάκι και μαύρες τρακτερωτές μπότες ως τη μέση της γεμάτης γάμπας της. Όλοι οι μύες της είναι υπερτονισμένοι, το δέμα της ηλιοκαμένο και στιλπνό, τα μάτια της θεόρατα και γκρι, τα χείλια της σαρκώδη και χωρίς καμπύλες αλλά ένα μεγάλο τόξο πάνω και κάτω. Δεν είναι παράξενα όμορφη αλλά όμορφα παράξενη. Η φωνή της όμως, σαν χιλίων αγγέλων μαζί οι φωνές, σαν του ανέμου οι ριπές, μαζί γλυκιά και στιβαρή. Η μελωδική γραμμή της, σαν τραγουδά, χαδεύει το άκαμπτο υλικό του αεικίνητων τσιμεντένιων εκθεμάτων, γλιστράει στα μάρμαρα ίσα με τα πέλματα των ποδιών μου και ανθίζει πεντάγραμμα ανάμεσά μας, ανάμεσα σε εμένα , τη μέρα, τους περαστικούς. Όλα μαγικά πηγαίνουν και πάλι πίσω από ένα νέφος προσδοκίας, όμως τόσο διάφανο αυτήν την φορά, που όλα φαίνονται πεντακάθαρα και δεν υπονοούν απλά τη ζωή άλλά την ελπίδα που περιμένει συχνά σε κάποια γωνία.


AUTUMN 2021


Monday, November 8, 2021

Πλάι στο πεζοδρόμιο με το πυκνό πλήθος

 Δευτέρα 8 Νοεμβρίου , έτος «Φούξια Αγριοβατομουριάς». 

Μήνας χρυσανθεμολατρείας και Βροχής των Λεοντιδών

Σωλήνες μαύροι και σκουριασμένοι μαζί, κατά μήκος όλου του δρόμου, πλάι στο πεζοδρόμιο με το πυκνό πλήθος. Άνδρες, γυναίκες διαφόρων χρωμάτων, διαθέσεων, προελεύσεων και προορισμών. Καλοσυγυρισμένοι κύριοι με δερμάτινες επαγγελματικές τσάντες, καθημερινοί τύποι με σακίδια πλάτης, φρέσκα κορίτσια με χαριτωμένα αξεσουάρ, λεπτές σιλουέτες με στενά ταγέρ, όλοι κάπου πηγαίνουν, σε ένα δικό τους, μοναδικό ντέμο στο περπάτημα. Οι βιτρίνες των καταστημάτων ακόμη αφώτιστες και τα τζάμια τους ελαφρώς θολά από την πρωινή υγρασία. Το πρωινό αυτό μυρίζει μια γλυκιά μούχλα, εξάτμιση αυτοκινήτου και φλούδες μανταρίνι. Κάποια λαϊκή άνοιξε εδώ κοντά αλλά όχι στον δικό μου δρόμο. Σε κάποιο άλλο μάλλον στενό. Ο δικός μου δρόμος δεν είναι στενός. Είναι μια φαρδιά λεωφόρος, με πολυκοσμία, μποτιλιάρισμα και εργάτες.


Κοντοστέκομαι μπροστά από μα βιτρίνα που είναι διακοσμημένη με δεκάδες παγκόσμια περιοδικά μόδας. Και ενώ η νεαρή στο πλάι μου χαζεύει το ολόμαλλο, ναυτικό μπλε, με όρθιους γιακάδες και άλφα γραμμή μακρύ παλτό, εγώ χαζεύω το εξώφυλλό ενός αγγλικού περιοδικού. Φιλοξενεί στο εξώφυλλό του ένα πλάσμα ξωτικό, με φανταστικά μαλλιά και πρόσωπο από μια άλλη δεκαετία. Πρέπει, σκέφτομαι, να είναι ένα αφιέρωμα στις τάσεις του Φθινόπωρου κάπου στις αρχές του 1970, όταν τα κάθετα μικροσκοπικά γράμματα στο πλάι νομίζω αναγράφουν κάτι για Νοέμβρη 1973. Οι πρώτες ακτίνες ήλιου τρυπούν τον αέρα μεταξύ των ποδιών μου και περνούν διαγώνια του τζαμιού ως το λευκό ξύλινο πάτωμα στο εσωτερικό του μαγαζιού. Το κορίτσι του εξωφύλλου φωτίζεται και στο τζάμι της βιτρίνας βλέπω τώρα να καθρεφτίζονται δύο μάτια. Κοιτούν με επιμονή και εστιάζουν κάπου αλλά δεν έχω καταλάβει ακόμη ακριβώς που. Τα μάτια αυτά είναι σκληρά, όμως πολύ εκφραστικά, με χιλιάδες γραμμές έκφρασης στα πλαϊνά και το πράσινο διαφανές χρώμα τους ξεχωρίζει ακόμη και σε αυτήν τη περιορισμένη αντανάκλαση. Δυσκολεύομαι να καταλάβω τι παρατηρούν τόσο ευλαβικά, αν και σιγά σιγά αρχίζω και υποψιάζομαι. 


Η νεαρή πλάι μου που ζει εδώ και κάποια λεπτά τη φαντασίωσή της. Φοράει το παλτό που τόσο την έχει συγκινήσει, ως μια περιπλανώμενη υπέρκομψη αριστοκράτισσα στα παγωμένα μονοπάτια της Μόσχας. Το εν λόγω παλτό δε την αφήνει λεπτό να ξεκολλήσει το πρόσωπο της από τη βιτρίνα και φυσικά δεν έχει προσέξει πως δύο μάτια έχουν καρφώσει τη σιλουέτα της και συγκεκριμένα τα πανύψηλα λεπτά πόδια της. Τα μάτια αυτά ανήκουν σε ένα εργάτη που βγάζει το μεροκάματό τους συνδέοντας και αποσυνδέοντας τους σωλήνες του συστήματος ύδρευσης της πολύβουης πόλης. Είναι μελαχρινός, με αδρά χαρακτηριστικά, πλουσία, πυκνά γένια, πράσινα, γεμάτα υπονοούμενα μάτια, σκληρό δέρμα και πλατιές παλάμες. Αν και θα έλεγε κανείς πως τα γεροδεμένα του μπράτσα συνέχεια μια φαρδιάς περιφανής πλάτης είναι το αντιπροσωπευτικό του χάρισμα, ένδειξη δύναμης και αντοχής, το στόμα του με τα γεμάτα χείλια και το κόκκινο χρώμα τους είναι εκείνα που πραγματικά μαγνητίζουν. Είναι 8 το πρωί και θα έλεγε κάνει πως δουλεύει από εχτές. Μουντζούρης, ιδρωμένος, ταλαίπωρος ψάχνει για ένα διάλειμμα. Εκείνος δεν πρέπει να είναι κάτω από 45 χρονών και εκείνη όχι περισσότερο από 22. Εκείνη είναι το διάλειμμά του, μια οπτική απόλαυση, μερικά λεπτά αφορμή για σκασιαρχείο από τη ρουτίνα της δουλειάς. Εκείνος είναι ένας ακόμη θαυμαστής της, ένα ακόμη θαυμαστικό στο βιογραφικό της νιότης της, μια υποψία της αυτοπεποίθησής της.


Όσο τους παρακολουθώ ελπίζω να προκαλέσω μια συμπαντική συνάντηση. Εκείνη στρέφει το σώμα της 360° προς εκείνον και εκείνος προς τη δουλειά. Βαριέμαι και ρίχνω μια απογοητευμένη τελευταία ματιά στο εξώφυλλο με την κοκκινομάλλα καλλονή. Έχει σπαστά σε αφέλειες καρέ μαλλιά, μελί μάτια ζωγραφισμένα με πολύχρωμα σχήματα στα βλέφαρα, τρίγωνα, τετράγωνα, κύκλους και ρόμβους σε όλα τα βασικά χρώματα. Φοράει ένα λευκό αμάνικο στενό ριπ μπλουζάκι με halter ώμους και από πάνω ένα χρυσό πλεκτό με βελονάκι πόντσο. Έλα ριπ παντελόνι, καμπάνα, με χρυσοκλωστές σε όλα τα χρώματα, σχηματίζει ένα ριγέ αποτέλεσμα τόσο φανταχτερό, που αν και υπερβολικό δε θα δίσταζα να το δοκιμάσω και να δοκιμαστώ στις αντιδράσεις του κόσμου. Το παρουσιαστικό της εικονιζόμενης είναι τόσο απόκοσμο που με κάνει να πιστεύω σε μαγικές νεράιδες, σκανταλιάρικα ξωτικά και φανταστικά ανθρωπόμορφα όντα από μέρη και που μόνο το μυαλό μπορεί να επισκεφτεί. Εκεί θα μπορούσαν σκέφτομαι να συναντηθούν η πρωταγωνιστές του προηγούμενου 15λεπτου σκηνικού που είχα στήσει για έμενα, μόνο για εμένα. Το κορίτσι του περιοδικού είναι ετοιμοπόλεμο αλλά και το κορίτσι πίσω μου που έχει ανοίξει παρτίδες με το εργάτη της καρδιάς μας. 



AUTUMN 2021

Friday, November 5, 2021

Εκτός περιγράμματος

 Παρασκευή 5 Νοεμβρίου , έτος «Φούξια Αγριοβατομουριάς». 

Μήνας χρυσανθεμολατρείας και Βροχής των Λεοντιδών

Κατά μήκος του αυτοκινητόδρομου υπάρχουν βελανιδιές, κάποια πευκοειδή και μερικά κωνοφόρα. Η βλάστηση είναι πυκνή με διαλείμματα από πράσινα, δροσερά λιβάδια. Στη θέα τους υπερισχύει το πράσινο, η γραμμή του ορίζοντα και ο ουρανός. Τα σύννεφα έχουν εγκαταλείψει το γαλάζιο και στην ατμόσφαιρα απουσιάζει κάθε είδος υγρασία. Η κίνηση είναι περιορισμένη και τα αμάξια που σε προσπερνούν κινούνται μέσα στα απόλυτα όρια ταχύτητας. Δεν είναι ιδιαίτερα φορτωμένα ούτε με ανθρώπους ούτε με αποσκευές. Οι πινακίδες σχεδόν όλων φέρουν το σηματάκι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι περισσότεροι μοιάζουν με οδηγοί αναψυχής αλλά η εμφάνισή τους αν και casual αρκετά περιποιημένη και όχι αδιάφορη. Το ίδιο και συνοδηγοί. Υπερισχύει το αρσενικό στοιχείο στο τιμόνι, δίπλα τους και πίσω σύντροφοι και παιδιά. Όλα τριγύρω σε ένα ντέμο ηρεμίας που σχεδόν υπνωτίζει αν και δεν πρέπει.


Τα ίδια τοπία εναλλάσσονται ως προς τις λεπτομέρειές τους, ποικιλοτρόπως. Μικρές πόλεις εμφανίζονται και χάνονται δίνοντας πάλι τη θέση του στο προηγούμενο φυσικό σκηνικό. Όλες ίδια διαφορετικές. Όλες στην όψη τους έχουν το ίδιο ανθρώπινο αποτύπωμα. Αν καθίσεις και τις επεξεργαστείς για λίγο θα διαπιστώσεις πως κουβαλούν, η καθεμιά τους, τις  εμπειρίες, τα όνειρα, τις στιγμές, τους έρωτες, τις έχθρες, τα πάθη, τις προτιμήσεις, τα εγκλήματα, τα αμαρτήματα και τις προσευχές των ανθρώπων τους. Κάποιες μοιάζουν άπνοες, ξεψυχισμένες και μοναχικές. Άλλες είναι τόσο ζωντανές που νιώθεις πως σου φωνάζουν να τις επισκεφτείς και να τις ανακαλύψεις. Σε αυτές τις δεύτερες, οι άνθρωποι ζούνε την πόλη τους, σπαταλούν ότι η πόλη τους χαρίζει απ’ άκρη σε άκρη. Την ίδια στιγμή σε ότι υπαρχή φθορά υπάρχει και εξυγίανση. Ότι παλιώνει, αναπαλαιώνεται αλλά δεν εκμοντερνίζεται. Ότι νέο έχει την πιο σύγχρονη μορφή που θα μπορούσε να έχει. Ο κόσμος προσαρμόζει την πόλη του σε αυτό που τον εκφράζει και προσαρμόζεται. Όμως και οι πιο ήσυχες πόλεις, που μοιάζουν σα μεγάλες επαρχίες εξυπηρετούν και πάλι κάτι,  όχι συμπτωματικά ούτε άστοχα. Φιλοξενούν την ιδέα της αυτάρκειας για τους λιτούς και της απομόνωσης για τους ασυμβίβαστους ή τους απόλυτα συμβιβασμένους. 


Στα είκοσι χιλιόμετρα  περίπου πριν τη στροφή, τραβάω χειρόφρενο έξω από ένα βενζινάδικο για καύσιμα. Γεμίζω το αμάξι βενζίνη και το στομάχι μου με ένα λαχταριστό χάμπουργκερ. Δίπλα σε ένα ντελικατέσεν με παραδοσιακές σοκολάτες γεμίζω πια πάνινη τσάντα, με το λογότυπο της πόλης ζωγραφισμένο, η οποία βρίσκεται μερικά ακόμη χιλιόμετρα μετά τη στροφή. Στο ταμείο μπροστά μπορείς να διαλέξεις ανάμεσα σε μία ποικιλία από καρτ ποστάλ με τα πιο διάσημα αξιοθέατα της πόλης. Αγοράζω μερικές για να προσθέσω στη συλλογή μου και συμπληρώνω μία, την οποία ταχυδρομώ επί τόπου, ρίχνοντάς την στο ταχυδρομικό κουτί πλάι στο γκισέ με τα αφορολόγητα κοσμήματα, αρώματα, ποτά. Αποστολέας της κάρτας, εγώ η ίδια. Στην κάρτα γράφω πως έξω από τον παράδεισο που νομίζεις πως έφτιαξες υπάρχουν χιλιάδες ακόμη για να ανακαλύψεις. Σε αυτούς υπάρχουν άγγελοι που δεν είναι δημιούργημα της ανάγκης σου για προστασία. Οι άγγελοι αυτοί υπάρχουν από πάντα και δυστυχώς έπεσαν σε παραδείσους μακριά από τους δικούς σου, σε ώρα άλλη από τη δική σου. Το καλύτερο μάλιστα είναι πως και εκείνοι δεν ξέρουν πως υπάρχεις. Αν πας να τους ψάξεις θα δεις πως με ένα τρόπο σε περίμεναν. Ακόμη και λίγο να ζήσεις μαζί τους, η καρδιά σου θα φυλάξει σε μια γωνιά τόση ελπίδα που όποτε λυγίζεις θα μπορείς να την επισκέπτεσαι και να ταΐζεις την ψυχή σου λίγο από αυτή. Στα μεγάφωνα έξω παίζει το “the promised land” του Βruce Springsteen. Υπάρχουν σκέφτομαι πολλά, πολλά υποσχόμενα ακρωτήρια που αν πας θα προσέξεις πως μπορείς σχεδόν να ακουμπίσεις τον ήλιο. Ελπίζω να έχει φτάσει η κάρτα στη διεύθυνσή μου πριν επιστρέψω.



AUTUMN 2021

Thursday, November 4, 2021

Με μαυρόασπρο τουίντ στην Αριζόνα

 Πέμπτη 4 Νοεμβρίου , έτος «Φούξια Αγριοβατομουριάς». 

Μήνας χρυσανθεμολατρείας και Βροχής των Λεοντιδών

Κοντά στο μεσημέρι και η ζέστη αρχίζει να γίνεται ανυπόφορη. Την κατάσταση επιβαρύνει η υγρασία και η άπνοια. Ατμόσφαιρα ομιχλώδης όπως και η διάθεση μου. Ένα σύννεφο στο μυαλό μου δεν αφήνει τη σκέψη να μπει σε καμία απολύτως τάξη. Και το σύννεφο αυτό δεν έχει φυσικά καμία σχέση με το νέφος που αφήνει κάθε αμάξι που περνάει από αυτόν τον τραγικό, χωμάτινο δρόμο. Όχι ότι και αυτό το νέφος σκόνης δεν επιβαρύνει την ήδη επιβαρυμένη κατάσταση στην οποία βρίσκομαι εδώ και δύο ώρες και έχει μετατρέψει το μαυρόασπρο τουίντ ανδρόγυνο σύνολό μου σε ασπρόμαυρο. Περιέργως, η εμφάνισή μου έχει ταιριάξει ανέλπιστα με το τοπίο γύρω μου. Δεν έχει ταιριάξει ωστόσο με τις κλιματολογικές συνθήκες που προκαλούν αυτό το συννεφόκαμα για αρχές Νοέμβρη και έτσι κάπου εκεί, στην μέση του δικού μου πουθενά, έρχεται στο νου το  “Sweet November”.


Το αμάξι είχε προορισμό και σκοπό. Το πρόβλημα είναι πως εγώ πέρα από γούστο δεν είχα τίποτα άλλο. Ούτε προορισμό, ούτε σκοπό. Με πήγαινε το τεράστιο πρέπει που κουβαλάω στην πλάτη μου εδώ και μια ζωή. Με πήγαινε κάπου που μπορεί να ικανοποιούσε αρκετούς άλλους αλλά όχι εμένα. Εμένα μου πήγαινε εξαιρετικά το ολόστενο τουίντ μαυρόασπρο σακάκι με τα βελούδινα κουμπιά, όπως και ο γιακάς του. Μου πήγαινε υπέροχα και το σεταρισμένο καμπάνα ψηλοκάβαλο παντελόνι του. Τέλειο και το λευκό πουκάμισο με τους κάθετους φαρμπαλάδες με ξέφτια στο τελείωμα, αριστερά και δεξιά από τη σειρά κουμπιών του. Στο λαιμό ψηλά κατέληγε σε έναν όρθιο κουμπωμένο γιακά που διακοσμούσε ένα μαύρο βελούδινο κορδελάκι δεμένο σε φιόγκο μπροστά. Αέρινες μπούκλες στην κορυφή και πανύψηλα μαύρα δερμάτινα, oxford  μποτάκια στο πάτο. Πάνω σε αυτά τα μποτάκια στέκομαι αποκαμωμένη και με ασαφές βλέμμα. Έπρεπε να βρεθεί μια θεόσταλτη ή δαιμονισμένη δικαιολογία, κάτι σαν “ατυχής και καλά σύμπτωση” για να αποφύγω να πάω κάπου που βαθιά μέσα μου θεωρούσα εντελώς άσκοπο.


Το λάστιχο ωστόσο θα ήταν πιο βολικό αν έσκαγε κάπου πιο κεντρικά. Μερικά χιλιόμετρα πιο κάτω, πολύ σύντομα, θα έμπαινα σε κεντρική λεωφόρο δίπλα σε οικιστικό περιβάλλον. Εδώ δε βρίσκει επαφή ούτε ο Δημιουργός με το σύμπαν του. Σίγουρα κάποιος αγρότης με την αλωνιστική του μηχανή,  ένας κτηνοτρόφος με κότες στην καρότσα του αγροτικού του ή ένας παραδοσιακός μηχανόβιος που δοκιμάζει τους ίππους της μηχανής του σε δύσκολα οδοστρώματα πιθανόν να διάσχιζε τον στενό κακοτράχαλο δρόμο με τα χαλίκια, τις λακκούβες, τα χορταριασμένα πλαϊνά και τον ατελείωτο κάμπο αριστερά - δεξιά. Μία κυρία όμως που θέλει να γλιτώσει πέντε χιλιόμετρα δρόμο το πιο πιθανό είναι να διάλεγε μια φαρδιά άσφαλτο. Διανύοντας την γρήγορα και με ασφάλεια θα έφτανα πολύ γρήγορα στον επιδιωκόμενο στόχο αλλά προσποιούμενη πως με ενδιέφερε θα έπρεπε να έρθω αντιμέτωπη με κάτι πιο περίπλοκο από ένα σκασμένο λάστιχο στην ερημιά. Θα έπρεπε να αντιμετωπίσω τον εαυτό μου και την αλήθεια του. Προσωποποιώ τη συνείδηση μου πάντα με τη γνωστή φαντασία που καλπάζει. Είναι ο οδηγός της οδικής που περιμένω. Με κοιτάζει με περιφρόνηση που δεν μπορώ να αλλάξω απλά ένα λάστιχο, που αφού δεν είμαι για τέτοια τι τα θέλω τα πειράματα. Είναι ντυμένος σα γνήσιο καουμπόι. Φοράει μαύρο καστόρινο biker jacket, blue jean και μπότες με σπιρούνια. Έτσι είναι η συνείδησή μου ετοιμοπόλεμη κάθε φορά που χρειάζεται να έρθει αντιμέτωπη με εμένα την ίδια. Μετά την περιφρόνηση όμως, σηκώνει το φρύδι του με μια υπεροψία πως όπως πάντα για ακόμη μία φορά έχει τη λύση. Είναι δυνατός και έτοιμος να μου αλλάξει το λάστιχο, να με προστατέψει ως σωστός άντρας αν εμφανιστούν πιστολάδες στην Αριζόνα που εγώ η ίδια με έμπλεξα. Ξέρει πως είναι πολύ γρήγορος, όπως ακριβώς και η συνείδηση μου. Στα πιο διψασμένα για απαντήσεις σημεία του μυαλού μου θα βρει γρήγορα τις απαντήσεις. Και αν οι σκέψεις μου τραβήξουν σκανδάλη εναντίον μου, εκείνη θα προλάβει πρώτη να χτυπήσει και να με σώσει από αυτές τις επιτήδειες. 


AUTUMN 2021

Tuesday, November 2, 2021

Μια φίλη που δε γνώριζε πως

 Τρίτη 2  Νοεμβρίου , έτος «Φούξια Αγριοβατομουριάς». 

Μήνας χρυσανθεμολατρείας και Βροχής των Λεοντιδών

Εκείνο το πρωινό της Τρίτης, κατεβαίνοντας τα σκαλιά της εσωτερικής ξύλινης σκάλας κοντοστάθηκα ακριβώς πριν τη στροφή της να κοιτάω. Ήταν μια φαρδιά πολύ άνετη και καθόλου απότομη στο κατέβασμά ξύλινη σκάλα, σε φυσικό χρώμα, περασμένη με γυαλιστερό βερνίκι και μια μοκέτα στη μέση σε ζωηρό κόκκινο. Στιβαρή κουπαστή και κάθετα χοντρά ξύλα, λεπτά ψηλά και χαμηλά, μεγαλύτερης διαμέτρου στη μέση και σε κάθε σκαλοπάτι μια ιδέα πιο κοντά στο πρωινό που μοσχοβόλαγε από την κουζίνα. Πριν το πλατύσκαλο για το δεύτερο μέρος της σκάλας, κάθομαι στο τελευταίο σκαλοπάτι σε κλίση με το κορμί ως τον λαιμό πίσω και το κεφάλι όλο μπροστά, και κοιτάζω αριστερά και ευθεία. Εκεί στέκεται για μερικά λεπτά χωρίς καθόλου να  καταλάβει να την παρακολουθώ καταγράφοντας προσεκτικά κάθε της κίνηση.


Στα πρώτα χρόνια της εφηβείας, περίεργη αλλά και συνάμα συγκρατημένη. Εκείνη γυναίκα, κοντά στα 30, ανεξάρτητη, δυνατή και σίγουρη. Είναι κόρη, αδερφή, μητέρα, σύζυγός και για εμένα περισσότερο από θεία, με έναν τρόπο μια κρυφή φίλη. Ήδη στα 3 χρόνια χηρεία της, έχει προλάβει να συγκεντρώσει το ενδιαφέρον των αγαπημένων της αλλά και να συγκεντρωθεί σε αυτούς, χωρίς όμως να ξεχάσει ποια ήταν, ποια θέλει να είναι και πως να πορευτεί. Προλαβαίνει να έχει τον έλεγχο της ζωής της, της δουλειάς της, του σπιτιού της. Τα έχει καταφέρει εξαιρετικά έως τώρα, σκέφτομαι. Η παρουσία της είναι μια μόνιμη ανάμνηση από τότε που έχω μνήμη. Σου παρουσιάζονταν πατώντας στις μύτες των ποδιών της και όταν έφευγε η απουσία της έκανε κρότο. Η διάθεση μου στη σκέψη της είναι πάντα νοσταλγική αλλά ποτέ τολμηρή. Διστάζω πάντα να επιδιώξω την επαφή μαζί της. Είναι θορυβωδώς απούσα και διάφανα παρούσα. Εκπέμπει τρυφερότητα και ενσυναίσθηση αλλά με έναν τρόπο είναι αρκετή για να σε κάνει να νιώσεις όμορφα όχι όμως αρκετά άνετα. Αν ένιωθα όσο οικεία θα ήθελα τώρα θα στεκόμουν πλάι της και όχι κρυμμένη πενήντα βήματα πιο πίσω.


Από απόσταση διακρίνω με ακρίβεια το μολύβι να διαγραφεί το κάτω βλέφαρο των μπλε ματιών της. Το μακιγιάζ είναι για εκείνη μια διαδικασία ισότιμης σημασίας με εκείνη του να πλένει κανείς τα δόντια του το πρωί ή να φτιάχνει τον καφέ του. Περνάει το μολύβι στην γραμμή των βλεφαρίδων πάνω από 5-6 φορές, τονίζοντας τες τόσο, μέχρι που η νέα έκφραση ζεστασιάς και σαγήνης να πάρει τη θέση της προηγούμενης χλωμής και γλυκιά ευάλωτης έκφρασής της. Χτενίζει και καλοσχηματίζει τα φρύδια της προς τα πάνω και προσεκτικά όχι έξω από την γραμμή των ματιών της. Περιποιείται της  ανάλαφρες, ασημόξανθες μπούκλες της που πέφτουν ως τον λαιμό και περνά μέσα τα δάχτυλά της, ανοίγονται της ώστε να φαίνονται περισσότερες. Καθόλου κραγιόν. Στρώνει το ασπρόμαυρο με ανθάκια, ως τη μέση της γάμπας, αέρινο φόρεμά της και σκύβει να φορέσει ένα ζευγάρι λουστρίνι ψηλά ξύλινα τζόγαρα. Κατευθύνεται με φόρα προς την κουζίνα και με προφορά φωνάζει το όνομά μου. Ούτε με έχει δει , ούτε που το φαντάστηκε θεωρώ. Μένω για λίγο εκεί να ταξιδεύω πάνω στην μαύρη γραμμή του μαλακού μολυβιού καθώς μετακινείται αριστερά δεξιά σαν εκκρεμές. Σχεδόν υπνωτισμένη κι ελαφρώς χαμογελαστή παραπατάω μέχρι την κουζίνα. Ένα μπολ με τριμμένο μπισκότο βουτύρου, ζελέ ανανά και φρέσκια χειροποίητη κρέμα σαντιγί από το πρωινό αρμεγμένο γάλα της αγελάδας στον κήπο, με περιμένει να το απολαύσω. Γυρισμένη πλάτη στρέφει το κεφάλι της και ρωτώντας με, αναρωτιέται γιατί δεν το τρώω. “Θα το φάω” της λέω και θέλω τόσα ακόμη να της πω, για ρούχα και στολίδια, για φίλους και για νεανικούς έρωτες, για το σχολείο και τα όνειρα μου μετά από αυτό. Μα αρπάζω μονάχα μια μεγάλη κουταλιά από το μπολ και σκέφτομαι πως είναι όμορφη απλά γιατί κάνει τα πράγματα να δείχνουν τόσο αβίαστα όμορφα. Εγώ θα λέω σε εμένα τα μυστικά μου και θα είναι σα να τα ’λεγα σε κείνη, έλεγα πάντα μέσα μου.


AUTUMN 2021


Monday, November 1, 2021

Εγώ κατέβηκα αρκετούς σταθμούς πριν το τέρμα

Δευτέρα 1 Νοεμβρίου , έτος «Φούξια Αγριοβατομουριάς». 

Μήνας χρυσανθεμολατρείας και Βροχής των Λεοντιδών

Κάπου στο ένα τρίτο της διαδρομής, ανεβαίνει μια καστανή, με καρέ, πυκνά, ελαφρώς σπαστά, γυαλιστερά μαλλιά νεαρή. Το δέρμα της είναι κατάλευκο και στα μάγουλά της σχηματίζονται δύο βάθια λακκάκια, ένα στην κάθε πλευρά, κάθε φορά που κάνει την παραμικρή κίνηση στα χείλια της. Έχει πολύ ζουμερά, ροζ χείλια και μοιάζουν σα μια παχουλή φράουλα, έτοιμη να την κάνεις μια μπουκιά. Τα μάτια της είναι καστανά σκούρα με μια μικρή ιδέα πράσινου στην ίριδα. Αν και μικρά, στρογγυλά στολίζονται με φουντωτές, μακριές, γυριστές βλεφαρίδες. Είναι άβαφτη, αθώα στην όψη με λεπτά ψηλά πόδια, φαρδιές γεροδεμένες πλάτες, κυκλικούς, χορταστικούς ώμους και ένα πολύ πολύ πολύ πλούσιο μπούστο. Φοράει ένα σκούρο ταμπά, φόρεμα από ποπλίνα που τελειώνει σε όρθιο γιακά με ίδια δαντελίτσα στο τελείωμα όπως ακριβώς αυτή που στολίζει και τις δύο πλευρές του φορέματος, αριστερά και δεξιά, μπρος και πίσω και περνά κάθετα από την μέση των στήθων της. Κουβαλάει μια vintage δερμάτινη, ξεφτισμένη στις άκρες βαλίτσα χειρός, που θυμίζει μεγάλη τσάντα γιατρού. Η εμφάνισή της με ξαφνιάζει ευχάριστα και το επεξεργαστικό μου βλέμμα προδίδει την αισθητική μου περιέργεια. 


Σε αυτήν την περιέργεια, εκείνη βρίσκει το θάρρος για να κάτσει στην κενή θέση απέναντί μου, στο κλειστό, μοναχικό κουπέ που προς το παρόν φιλοξενεί μόνο εμένα. Εγώ την είχα προσέξει ήδη από το παράθυρο, να παρατηρεί το τρένο σε κάθε του μέτρο καθώς πλησιάζει για να σταματήσει στον σταθμό και να μαζέψει τους ενδιάμεσους ταξιδιώτες του που στοιβάζονται στις πόρτες με επίμονη ανυπομονησία. Ευελπιστούσα να φτάσει μέχρι το βαγόνι μου. Ήξερα πως σαν θα με συναντούσε, θα αποφάσιζε εύκολα να καθίσει μαζί μου, πως θα διάβαζε στα μάτια μου την δίψα μου για ιστοριούλες και εξομολογήσεις. Σε αυτήν την προοπτική το ταξίδι θα φαινόταν πιο σύντομο και δε θα έβλεπα σε αυτό μια ακόμη σπατάλη χρόνου. Τη διαδρομή αυτή την είχα κάνει τόσες φορές παλαιότερα που καθόλου δεν μου έλειψε μια επανάληψη ακόμη. Για εκείνη όμως το ταξίδι αυτό έμοιαζε πρωτόγνωρο και αυτό εύκολα κανείς το διακρίνει από την αμηχανία στις κινήσεις και τις εκφράσεις της. Στο τέλος τέλος, αφού βολεύεται στις ταλαιπωρημένες, κανελί θέσεις από υλικό φτηνής δερματίνης που αναδύει μυρωδιά καπνού από τα τόσα αναμμένα τσιγάρα ταξιδιωτών την εποχή ακόμη που το κάπνισμα επιτρεπόταν στα μέσα μεταφοράς, φαίνεται να απλώνει τα χέρια της δεξιά και αριστερά από το κορμί της σα να παραδίδεται στην απόλαυση της ηρεμίας που δίνει η επανάληψη ενός μακρόσυρτου με μικρές διακοπές ήχου του συρμού στις ράγες. Εκεί κάπου ξεκινάει η πρώτη ανταλλαγή λέξεων, έπειτα φράσεων μέχρι που η κουβέντα ανάβει για τα καλά.


Το πόσο ταιριαστά είναι όλα τα κομμάτια του παζλ φαίνεται από το αρμονικό σκηνικό που μια καλά συντονισμένη με την εποχή και τη διάθεση χρωματική παλέτα δημιουργεί. Πορτοκαλί, καφέ σε διαφορετικούς τόνους, κίτρινα, μουσταρδί, κανελί, μπεζ και “λερωμένα”κόκκινα κυριαρχούν παντού ακόμη και στη φυσική σκιά που η άυπνα έχει σχηματιστεί γύρω από τα μάτια μου. Το ίδιο χρώμα παίρνει και η αύρα νοσταλγίας που πλημμυρίζει το δικό μας μικρό δωμάτιο του τρένου. Οι θύμισες ωστόσο είναι μόνο γλύκες σαν το γλυκό, ζεστό κρασί που θερμαίνει το σώμα και απαλύνει τις συγκινήσεις. Λίγο πριν το σκοτάδι πέσει βαθύ, μου έχει ήδη μιλήσει για το απρόσμενο έρωτα της με τον νεαρό από το μικρό Νορβηγικό νησί, Μπουβέ. Μαζί του βρέθηκε μονάχα για δύο μέρες στο κάμπινγκ που συχνάζει με τις κολλητές της τα τελευταία τέσσερα φοιτητικά της χρόνια. Εκεί ερωτεύτηκαν σαν να ΄τανε από καιρό φτιαγμένη να συμβεί η ιστορία τους. Εκείνος ξετρελαμένος από τα ζεστά φουντούκι χρώματά της και εκείνη αλλοπαρμένη από τα αχυρένια του μαλλιά και τα διάφανα μάτια του. Κανένα ολοκληρωτικό δόσιμο, καμία σωματική συνενοχή σε ερωτική παράδοση άνευ όρων παρά,  πολλά μυστικά, πολλά υποσχόμενα αγγίγματα, τολμηρά γεμάτα υπονοούμενα βλέμματα και ατελείωτα φιλιά στο λαιμό και στα χείλια. Η ηδονή καίει κάθε σπιθαμή του κορμιού της όσο μιλά και ο πόθος ξεχειλίζει από τα μάτια της και ρέει ως τα άκρα της. Πηγαίνει με το τρένο στην πόλη και συγκεκριμένα στο αεροδρόμιο και από εκεί στη χώρα του με πρόσχημα κάποιο ετήσιο πρόγραμμα ERASMUS. Εκείνος ξέρει και την περιμένει. Τώρα μπορούν ίσως να απολαύσουν τους καρπούς την προσμονής. “Εγώ δε υπήρξα ποτέ τόσο τολμηρή”, της λέω. “Εγώ κατέβηκα αρκετούς σταθμούς πριν το τέρμα, καλό ή κακό.”


AUTUMN 2021