Thursday, September 16, 2021

Μια πλάνη στον πάτο της λεμονάδας μου

Πέμπτη, 16 Σεπτεμβρίου, έτος «Φούξια Αγριοβατομουριάς». 

Μήνας κρασολατρείας και γευσιγνωσίας.

Κάτω από την πελώρια, τετράγωνη τέντα με τις λευκές και κίτρινες γραμμές ρουφώ απεγνωσμένα τη δροσιστική ροζ σπιτική λεμονάδα ρόδι. Το λεμόνι της δίνει τη γεύση και το άρωμα, το ρόδι το υπέροχο χρώμα και την απαραίτητη γλυκύτητα για να ισορροπήσει την οξύτητα που μουδιάζει τους αδένες οι οποίοι ξεκινούν από το πίσω μέρος των αυτιών και καταλήγουν πάνω από την κλείδα. Ατενίζω μπροστά τον κήπο, που καταλήγει σε μία πλούσια σε όγκο αυλόπορτα με διάφορες περικοκλάδες, μωβ, άσπρες και συνειδητοποιώ πόση υπεροψία στον χώρο φέρει η μεγαλοπρέπεια της φύσης. Η αρχιτεκτονική του περιβάλλοντος δημιουργεί την αίσθηση ενώ “μικρού” παραδείσου και συχνά έχεις την αίσθηση πως οι πεταλούδες γύρω σου δεν είναι παρά πονηροί άγγελοι σε σμίκρυνση που ήρθαν για να βρουν χαρωπές νεράιδες κρυμμένες σε μίσχους λουλουδιών ή πλούσιες κόμες. Οι μυρωδιές που ξεχωρίζουν είναι εκείνες του γιασεμιού και των ώριμων καρπών. Από χρώματα, το πράσινο, το υπόλευκο και το υποκίτρινο όλα μαζί σε ένα καμβά δίνουν ένα αποτέλεσμα φρεσκάδας και ευεξίας. Κοινώς όλα σε κατάσταση αριστείας και πληρότητας ενώ εγώ αν και φαινομενικά ήρεμη σε κατάσταση αγωνίας και αβεβαιότητας. Σήμερα ήταν η συνάντηση με τους εκδότες.


Ξέρετε, τέτοιου είδους συναντήσεις όταν πλησιάζουν σε συμφωνία δεν έχουν πάντα ούτε το επαγγελματικό προφίλ που αρμόζει σε τέτοιες περιστάσεις, ούτε τον τυπικό καθωσπρεπισμό που προστάζει ο σκοπός. Έτσι λοιπόν η πρόσκληση ήρθε σε μορφή επίσημης κάρτας σε γυαλιστερό λευκό φάκελο και αρωματισμένο ρυζόχαρτο με άρωμα λευκού μόσχου, χαραγμένο με χρυσή γραμματοσειρά. Τον  αρωματισμό του χαρτιού πιστεύω επιμελήθηκε άνδρας ή η γραμματέας του που γνωρίζει καλά την αδυναμία του στα κομψά, δροσερά και πικάντικα αρώματα. Το περιτύλιγμα φανταχτερό και επίσημο, το περιεχόμενο χαριτωμένο και ανάλαφρο. Μάλιστα υπήρχε στιλιστική πρόταση για δροσερή εμφάνιση με μαγιό και σανδάλια και εγώ προσπαθώντας να την ακολουθήσω μερικώς αλλά να φανεί συνάμα πως δεν τη συμμερίζομαι και απόλυτα, ντύθηκα στο περίπου. Φόρεσα λοιπόν ένα ξεθωριασμένο, ψηλόμεσο, light blue mom fit jean, καφέ φλατ αρχαιοελληνικά σανδάλια, ένα λευκό ολόσωμο μαγιό με ένα ώμο για top, extra minimal, και εκρού τουίντ σακάκι με χρυσά κουμπιά τύπου chanel για να δώσω μία πινελιά αυστηρής κομψότητας. Τα μαλλιά βρεγμένα σφιχτά σε κότσο μπαλαρίνας και ένα κόκκινο κραγιόν συντροφιά με ελαφρύ ρουζ στα μάγουλα. Σε λίγο, κάπως έτσι εμφανίστηκαν και οι εκδότες αλλά χωρίς σακάκια. Με αλλά λόγια λειτουργούσαν και συμπεριφέρονταν σαν  να ήταν στο σπίτι τους. Η αλήθεια ήταν πως επιλέξαν την υπέροχη βίλα τους, επιδεικνύοντας έτσι την υπέροχη αισθητική του χώρου τους , την ζεστή φιλοξενία τους και την αριστοτεχνικότητα του να λειτουργούν κατευθυνόμενα μόνο και μονό φυσικά για να κερδηθούν οι εντυπώσεις. Ωστόσο σε σύντομο χρονικό διάστημα αποκαλύφθηκαν. 


Το περιτύλιγμα πετάχτηκε και το περιεχόμενο ήταν λίγο. Το βιβλίο μου είχε μπει ήδη στο τερέν και δεχόταν από παντού αντικανονικά χτυπήματα. “Θα μπορούσαμε να το τροποποιήσουμε κάπως, εκεί” , “αν αφαιρούσαμε εκείνο και προσθέταμε το άλλο”, “ίσως αν το πρόσωπο της ιστορίας έκανε ετούτο ή το άλλο να ήταν πιο θελκτικό το κομμάτι της αφήγησης” και “αν στο κλείσιμο αλλάζαμε το ….” ήταν τα σημεία που μονοπώλησαν την κουβέντα. Οι κόρες των ματιών μου είχαν διασταλθεί και οι οικοδεσπότες είχαν μικρύνει. Οι περικοκλάδες έμοιαζαν με φύκια που τα ξέρασε πάνω στην αυλόπορτα η θάλασσα, η μυρωδιά της ατμόσφαιρας ήταν φτηνό πατσουλί, τζιτζίκια και τριζόνια είχαν εγκαταλείψει τα δέντρα και είχαν διεισδύσει στο μυαλό μου και τα χρώματα γύρω μου ήταν ξεθωριασμένα και άπνοα. Σηκώθηκα και κινήθηκα αργόστροφα στον χώρο γύρω από τον εαυτό μου, ξεκόλλησα από το σώμα μου το βρεγμένο από αλμυρό ίδρωτα μαγιό μου, χάιδεψα τα μαλλιά μου από αμηχανία και για να διαπιστώσω πως ήταν ακόμη σφιχτά δεμένα στη θέση τους και στο τέλος μάζεψα το σακάκι μου, την κόκκινη σουέτ τσάντα μου και την αξιοπρέπεια μου από το πάτωμα. Πριν γυρίσω την πλάτη μου στην πλάνη της εμπορευματοποίησης των αξιών, φρόντισα να ενημερώσω πως έχω υποπέσει και άλλες φορές στο εξής ίδιο δίλημμα: επιχειρηματίας ή καλλιτέχνης. “Προς το θα παραμείνω στο δεύτερο”, είπα. 



AUTUMN 2021

No comments:

Post a Comment